Μισό χιλιάρικο σκέψεις
Φίλε πιτσιρίκο,
Ώρα 7 το πρωί, φτάνω στον προθάλαμο της Εφορίας, σε κατάσταση ευφορίας. Το τι πανηγύρια έκανα με το μυαλό μου γι’ αυτό το πεντακοσάρικο, δε λέγεται. Όλο το βράδυ σκεφτόμουνα την ώρα που θα το έτριβα στη μύτη του σπιτονοικοκύρη και θα του έλεγα: «Πλερώνω και λέγω. Καριόλη, το σκατό μου παξιμάδι έκανα, μα νοίκι δε σου καθυστέρησα ούτε μια μέρα. Κανόνισε να βάλεις πετρέλαιο, μη μας ξεπαγιάσεις πάλι σαν πέρυσι, γιατί θα γαμηθούμε».
Που την έβγαζε ο φραγκοφονιάς οικογενειακώς μπροστά σ’ ένα κωλοτζάκι που έχει στο δικό του διαμέρισμα όλο το χειμώνα, ντουμανιάζοντας όλη τη γειτονιά με τα σκατονοβοπάν που καίει ο άθλιος -πού στο διάολο πάει και τα βρίσκει;- κι εμείς ξεπαγιάζαμε, περιμένοντας πότε θ’ ανάψει αυτό το γαμωκαλοριφέρ.
Άσε που μια μέρα τον πήρε το μάτι μου να βουτάει δίπλα απ’ τον κάδο απορριμμάτων ένα ζευγάρι παλιές στρατιωτικές αρβύλες που, προφανώς κάποιος που δεν τις χρειαζόταν πια, τις άφησε εκεί, να τις πάρει όποιος τις είχε ανάγκη. Εκείνο τ’ απόγευμα μύριζε όλο το τετράγωνο σαν κρεματόριο. Δεν χρειάζεται να έχεις μυαλό, για να καταλάβεις πού πήγαν οι μπότες…
Συνταξιούχος δάσκαλος από τα 52 του, συνταξιούχος δημοτικός υπάλληλος η γυναίκα του, κονομάει κι άλλον ένα μισθό από τα νοίκια των δύο ορόφων του ιδιόκτητου τριώροφουμ και την βγάζει όλη η οικογένεια με τη σύνταξη της γριάς πεθεράς του, που την κουβαλήσαν άρον άρον από το γκαβοχώρι τους σαν ξεκινήσαν τα μνημόνια, για να ρεφάρουν τις περικοπές και τους φόρους.
Έχοντας παρκαρισμένα δυο εφάπαξ στον τόκο ή σε κανένα σεντούκι κι αποταμιεύοντας σταθερά τις δυο συντάξεις, είναι με το μόνιμο άγχος, πού θα πάει αυτήν η κατάσταση.
Ο γιος του δουλεύει σαν αναπληρωτής δάσκαλος για κανένα οχτακοσάρι το μήνα κι αυτό όχι σε σταθερή βάση, γιατί οι πληρωμές μέσω ΕΣΠΑ, γίνονται συνήθως με καθυστέρηση.
Αλλά στ’ @ρχίδι@ του. Τον δασκάλεψε μια χαρά ο μπαμπάς. «Όσα και να σας δίνουν κι ένα κατοστάρικο που λέει ο λόγος, εσύ θα πας. Οι άλλοι δε θα τα βγάζουν πέρα και, κάποια στιγμή θα τα παρατήσουν. Εσύ όμως, θα μείνεις και στο τέλος θα διοριστείς και μόνιμος».
Αν χρειαστεί για το διορισμό να δουλέψει απλήρωτος – εθελοντής και καλά – θα το κάνει χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό.
Αρκεί αυτός να τρουπώσει, όπως όπως και δεν πάνε να γαμηθούνε όλοι οι άλλοι που φωνάζουν για απλήρωτη εργασία και δικαιώματα.
Αυτά θα τα διεκδικήσει συν τω χρόνω. Άσε πρώτα να βολευτεί εις βάρος των άλλων και μετά θα έρθουν και τα υπόλοιπα.
Η κόρη του δουλεύει στα ΕΛΤΑ. Δηλαδή όχι ακριβώς εκεί, αλλά σε μια εταιρία που «νοικιάζει» εργαζόμενους στα Ταχυδρομεία, αμείβοντάς τους μηνιαία με το εξωφρενικό ποσό των 300 ευρώ.
Φυσικά κι αυτή δεν έχει το παραμικρό πρόβλημα με την αμοιβή της. Τσαντίζεται μόνο, γιατί, ενώ υποτίθεται ότι έπρεπε να απασχολείται για τετράωρο, σπανίως απασχολείται λιγότερο από εξάωρο ή και περισσότερο.
Κάνει υπομονή κι αυτή, όμως, γιατί ο μπαμπάς -που χάρη σε κάτι γνωριμίες που έκανε παλιότερα στην κλαδική την έχωσε εκεί, ενώ όλες οι παλιές της συμμαθήτριες, ακόμα κι αυτές που πήραν πτυχίο είναι στην ανεργία- της υποσχέθηκε πως, μόλις στρώσουν λίγο τα πράγματα τώρα με το ΣΥΡΙΖΑ, θα την χώσει σε καμιά θεσούλα στο Δημόσιο.
Όποιος περιμένει ν’ αλλάξουν τα πράγματα από αυτή τη νεολαία, καλύτερα να περιμένει τα έργα επέκτασης του λιμένος Καρδίτσας, γιατί είναι πιο πιθανό ν’ αποκτήσει θάλασσα το Καρδιστάν μέχρι τότε, οπότε θα φτιαχτεί στα σίγουρα ένα λιμάνι εκεί κι επειδή οι δουλειές θα πάνε πρίμα, θα το πάρουν οι Κινέζοι και θα κάνει εργασίες επέκτασης η Cosco.
«Και που είσαι, φρόντισε ν’ αλλάξεις το θερμοσίφωνο που πήρες μεταχειρισμένο το 4 προ Χριστού απ’ το Γουσουρούμ, παλιοτσιφούτη, και που νομίζεις ότι έχει διάρκεια ζωής μεγαλύτερη κι από πυρηνικό αντιδραστήρα, γιατί έχω βαρεθεί να πλένομαι με παγωμένο νερό, βρωμύλε, που μας θεωρείς υποχόνδριους γιατί δεν πλενόμαστε κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα, που πλένεσαι εσύ».
Α, θα του τα πω έξω από τα δόντια. Δεν πρόκειται να του χαριστώ αυτή τη φορά. Τον γελοίο, που απ’ το Φλεβάρη ήταν μες στο άγχος πότε θα γίνει η συμφωνία και μετά τη συμφωνία ξεροσταλιάζει μπροστά στα τσοντοκάναλα, περιμένοντας να μάθει τα νέα μέτρα και πόσο θα περικοπούν οι συντάξεις του.
Που μας ξυπνάει κάθε πρωί με τον πρώην περιπτερά Παπαδάκη και τα βράδια πρέπει να χτυπάμε το ταβάνι με το σκουπόξυλο, για να χαμηλώσει το «Κόντρα», να μπορέσουμε να κοιμηθούμε, γιατί είναι και κουφός ο πούστης.
Που είμαστε αναγκασμένοι ελλείψει ηχομόνωσης, να ακούμε καθημερινά τούρκικα σήριαλ, Μπογδάνο, Τρέμη, Χατζηνικολάου κι Ευαγγελάτο σε ντόλμπυ στέρεο ήχο, γιατί αυτός έτσι αποχαυνώνεται, καθισμένος στον καναπέ με την κυρά και τη γριά ο ανώμαλος.
Που ενημερώνεται για το ποιος γαμιέται με ποια ή με ποιον ή με ποιους από τη γνωστή κωλοφυλλάδα του κομιστή, την οποία εκτιμά ιδιαίτερα όχι μόνο γιατί ξεσκεπάζει τα άπλυτα όλων των επώνυμων -λες και τον αφορούν-, τώρα που σταμάτησε τις τηλεοπτικές διαπομπεύσεις ο Μάκης ο ζούγκλας, αλλά γιατί επιπλέον βάζει κι εκπτωτικό κουπόνι για το σούπερ μάρκετ.
Καλά, το σούπερ μάρκετ είναι ο αγαπημένος και μοναδικός του ίσως προορισμός τα πρωινά των καθημερινών -τις Κυριακές τη βγάζει στην εκκλησία-, εκτός αν έχει επισκέψεις σε γιατρούς, τις οποίες περιόρισε στο ελάχιστο τελευταία, γιατί κόπηκε το «δωρεάν».
Όχι πως έχει κάποιο πρόβλημα, αλλά για προληπτικούς λόγους και για να περάσει την ώρα του, συζητώντας με άλλους αργόσχολους στους προθαλάμους των ιατρείων.
Να γράψει κι ο γιατρός καμιά δεκαριά σελίδες εξετάσεις στο βιβλιάριο, να βγάλει κι αυτός το μεροκάματο.
Εξάλλου, έχει και κόρη της παντρειάς και δεν έχει σκοπό να αφήσει να της φάει την προίκα κανένας άνεργος αναρχοάπλυτος, όταν ξεφυτρώνουν τα ιατρεία σα μανιτάρια στη γειτονιά.
Άσε που, αν κάνει το λάθος και μείνει σπίτι, πρέπει να ανεχτεί τη γυναίκα του να έχει τέρμα την τηλεόραση, για να ακούει τα πρωινάδικα κάνοντας τη φασίνα.
Κάθε Δευτέρα στήνεται αξημέρωτα μπροστά στην πόρτα γνωστής γερμανικής αλυσίδας σούπερ μάρκετ, ανταλλάσσοντας μπινελίκια κι αγκωνιές με άλλα ραμολιά που έχουν τα ίδια πάθη, προκειμένου να πιάσει καλύτερη θέση στην ουρά, αγοράζοντας κάθε λογής μαραφέτια και πάσης φύσεως μαντζαφλάρια, χρήσιμα πιθανόν για κάποιον επαγγελματία, μα τελείως άχρηστα για τον ίδιο, τα οποία αποθηκεύει με πάθος συλλέκτη στο υπόγειο.
Δεν ξέρω αν γερνάει και το χάνει ή ήταν παιδικό του όνειρο να γίνει Μπομπ ο Μάστορας, πάντως τα καβλιτσέκια του Λιντλ φαίνεται πως είναι το αγαπημένο του φετίχ.
Για μια σειρά από ακαθόριστους λόγους, στο υπόγειο στοιβάζει και τόνους ζυμαρικών, οσπρίων, ζυμαρικών και κρεατικών, που προμηθεύεται σε συσκευασίες χονδρικής, όταν θεωρεί ότι οι τιμές είναι συμφέρουσες.
Ίσως να το είχε απωθημένο από μικρός να γίνει μπακάλης. Μπορεί και να φοβάται μην ξανάρθει Κατοχή. Μωρέ θα τον κανονίσω εγώ το ρακοσυλλέκτη.
Αλλά πριν απ’ αυτό… Πριν από αυτό θα ξεκαθαρίσω το εσωτερικό μέτωπο. Που τραβάω ο έρμος, ό,τι τραβούσε τόσα χρόνια ο Alexis απ’ τη Ζωή.
Θα σπάσω το πεντακοσάρικο σε τάλιρα, θα τα ξαπλώσω πάνω στο τραπέζι και θα βάλω τέρμα το «θα τα κάψω τα ρημάδια τα λεφτά μου», για να τη σπάσω στη γυναίκα μου.
Που μου έφαγε το συκώτι, γιατί σκοτώσαμε τα τελευταία μας ευρά, τρέχοντας για συνεντεύξεις προς εξεύρεση δουλειάς σε χώρες της Εσπερίας.
Λες και τα φάγαμε στις πίστες και στα ζάρια.
Λες και περνάμε μπέικα εδώ και ξαφνικά μου την κάβλωσε να παραστήσω τον εμιγκρέ ή τον Φιλέα Φογκ, ξεκινώντας στα 48 μου τις γυροβολιές στον κόσμο.
Κι όταν τελειώσει το άσμα, θα τα μαζέψω και θα της πω: «κάτσε στη λιτότητα, αφού σου αρέσει, παρέα με τη Ζωή», καυτηριάζοντας με δηκτικό τρόπο την εμμονή της με το «μένουμε Ελλάδα» και το κόλλημά της με τη Ζωή.
Θα την σκίσω τη γάτα, πιτσιρίκο. Και μετά, θα πάρει σειρά ο σπιτονοικοκύρης.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, να κι αρμόδιος κλειδοκράτορας, που απασφαλίζει την πόρτα της ΔΟΥ.
Με ύφος λες και του σκότωσαν πατέρα και μάνα μαζί, προστάζει τους ελεεινούς που βεβηλώνουν το χώρο του, αυτούς που ξύπνησαν λαχταρώντας να περάσουν τη μέρα τους στην Εφορία, να σχηματίσουν σειρά.
Έναν- ναν θα μας γ@μήσει. Όχι όλους μαζί. Δεν του αρέσουν τα βιαστικά. Δε γουστάρει τις ξεπέτες ρε αδερφέ, πώς να το κάνουμε.
Αν του φόραγες μια στολή και του κολλούσες στο μπράτσο το ρουφιανόσημο, θα ήταν ίδιος με μπεκρούλιακα κοιλαρά υποδεκανέα της Βέρμαχτ, την ώρα που τακτοποιώντας το πλήθος των Εβραίων που περίμενε καρτερικά να μπει με σειρά στους φούρνους, τους κοιτούσε με αποστροφή, καθώς ήταν αναγκασμένος να έρθει τόσο κοντά τους, διατρέχοντας τον κίνδυνο να υποστεί κάποιου είδους μόλυνση.
Τον γράφω επιδεικτικά στ’ @ρχίδι@ μου. Σάλτα και γαμήσου σαπιοκοιλιά. Βουρ για το πεντακοσάρικο.
Φιλώ σε πιτσιρίκο
Σ.Α.Μ.
(Αγαπητέ φίλε, είστε απολαυστικός. Να είστε καλά.)
Το pitsirikos.net χρειάζεται τη βοήθειά σου
Στήριξε οικονομικά το pitsirikos.net, αν θεωρείς πως καλό είναι να υπάρχουν στην Ελλάδα και κάποιες φωνές που δεν δουλεύουν για τον Μαρινάκη, τον Αλαφούζο, τον Σαββίδη και τα άλλα παιδιά, οπότε μπορεί να διαβάσεις ή να ακούσεις κάτι διαφορετικό από αυτό που συμφέρει τους ολιγάρχες. Οι τρόποι στήριξης εδώ.