Υποχρεωτικές διακοπές, με αφορμή μια επίσκεψη στην Ειδομένη
Πιτσιρίκο,
Γράφεις πως δεν βρίσκεις πια κίνητρο για να γράφεις. Ίσως να φτάνεις στο “βαθμό μηδέν της γραφής” που λέει ο Ρολαντ Μπαρτ, και κάπως έτσι ίσως μια μέρα τα χέρια στο πληκτρολόγιο γράψουν κάτι άλλο, κάτι απρόσμενο. Μιλώντας για το βαθμό μηδέν, για ακραίες καταστάσεις συγγραφικές και καθημερινές θα ήθελα να μοιραστώ τα παρακάτω γνωστά και άγνωστα.
Ο σιδηροδρομικός σταθμός της Ειδομένης και ο κάμπος γύρω από αυτόν έφτασε κάποια στιγμή να φιλοξενεί τον εξωφρενικό αριθμό των 50.000 προσφύγων.
Πριν δέκα μέρες που επισκεφτήκαμε την Ειδομένη, o αριθμός έφτανε τους 9.000.
Μιλώντας για νούμερα, σε μια διανομή φαγητού που πήρα μέρος, μοιράσαμε γύρω στις 2.500 χιλιάδες μερίδες!
Σκέψεις, μόνο σκέψεις και προβληματισμούς μπορεί να γεμίσει κάποιος περπατώντας, μιλώντας ή κάνοντας οτιδήποτε ανάμεσα σε σκηνές, ανθρώπους που με αγωνία κοιτούν την οθόνη του κινητού, παιδάκια που παίζουν, άντρες αλλά και γυναίκες που προσπαθούν να κουτσομαγειρέψουν.
Μια κοπέλα μου έδειξε με ενθουσιασμό πως έχουν αρχίσει να στήνουν τα πρώτα μαγαζάκια, φρούτα, λαχανικά, ένας έφτιαχνε φαλάφελ, ένας τύπος με κάτι σαν λαούτο με τους φίλους του σκάλιζαν ξύλινα μικρά διακοσμητικά.
Από τη μια πλευρά ίχνη κοινότητας, ίχνη εμπορίου, μια αστική δομή, χημικές τουαλέτες, γεννήτριες ρεύματος,σκηνή νοσοκομείο, κάδοι απορριμάτων, ομάδα καθαρισμού σκουπιδιών, μοίρασμα τροφής σε πλαστικές συσκευασίες για να παίρνουν όλοι την ίδια ποσότητα χωρίς διακρίσεις, από την άλλη δυο πράγματα δεν μπορούσα να βγάλω από το μυαλό μου: ένα θαυμασμό και ένα βιβλίο που είχα διαβάσει μικρή.
Ο θαυμασμός. Μόνο θαυμασμό μπορούσα να νιώσω στο πώς τόσες χιλιάδες άτομα, η προσπάθεια τόσων εθελοντών ακόμα και πολλές απαράδεκτες ΜΚΟ είχαν καταφέρει να πετύχουν μια ισορροπία.
Μια ισορροπία που επέτρεπε στους ανθρώπους να ζήσουν με μια στοιχειώδη ασφάλεια κι ας κουβαλούσαν όλοι τον καλό και τον κακό τους εαυτό.
Ακούγεται παράξενο στοιχειώδη ασφάλεια σε έναν κάμπο μακρυά από την πατρίδα και τον “πολιτισμό”;
Κι όμως, περπατώντας ανάμεσά τους, ήμουν σίγουρη πως δεν υπάρχει άλλη μορφή αντίδρασης ενάντια στο φασισμό τους, σε αυτό τον βίαιο και απάνθρωπο αποκλεισμό παρά μόνο εμείς, με τη βοήθεια, την προσπάθεια για μια καθημερινότητα, μια στοιχειώδη ασφάλεια και ελευθερία.
Το βιβλίο. Εκείνο το βιβλίο του Ιούλιου Βερν “Δυό χρόνια διακοπές”.
Μια οικογένεια έχει ξεβραστεί σε ένα ακατοίκητο τροπικό νησί.
Δυο χρόνια χωρίς σχολείο, χωρίς δουλειά αναγκάστηκαν να ζήσουν σε σπηλιές, να γίνουν κυνηγοί και δεν θυμάμαι τι άλλο εκτός του ότι πρέπει να πέρασα ατελείωτες ώρες ονειροπολώντας τις δικές μας οικογενειακές δυο χρόνια διακοπές. Βλέποντας πολλούς ξαπλωμένους στις σκηνές τους, όσοι είχαν παιδιά έπαιζαν μαζί τους, άλλοι είχαν ξεκινήσει να μαστορεύουν κάτι δεν μπορούσα παρά να σκεφτώ εκείνο το βιβλίο.
Μου θύμιζε κάτι το σκηνικό σαν “υποχρεωτικές διακοπές”. Δεν μπορείς να ξεφύγεις από αυτές. Το σύστημα σε έχει αναγκάσει σε υποχρεωτική αργία, διακοπές σε ένα παράξενο κάμπινγκ, όπου δοκιμάζονται σπάνιες και σημαντικές μορφές κοινοτισμού.
Σκεφτόμουν πως κάποτε η Hannah Arendt είχε περάσει από ένα στρατόπεδο, πως κάπου εκεί ανάμεσα θα υπήρχε κάποιος συγγραφέας, πως αυτά τα μικρά πιτσιρίκια που είχαν επιβιώσει από όλα αυτά και μάθαιναν ψιλοαγγλικά από τους εθελοντές δεν είναι τυχαίοι πολίτες, δεν πρόκειται για παιδάκια εξαρτημένα από τους γονείς, άβουλα αλλά ξέρουν πολύ καλά και δεν γελιούνται.
Εκεί στις διακοπές, “τεμπέληδες” έξω από το σύστημα, έχουν χρόνο να στήσουν τα σχέδια για την “καινούργια χρονιά” μετά τις διακοπές.
Κάποιοι ίσως σκεφτούν σοβαρά μια ζωή, έξω από την κατάρα της εργασίας. Σε κάθε περίπτωση, θα χουν να αφηγηθούν για την αγάπη του κόσμου.
Γύρισα πίσω και είπα σε κάτι φίλους αυτά που μας είπε ο Θανάσης, ένας από τους συντονιστές.
Προσπαθούν να πείσουν τις αρχές το παρακάτω: το κράτος πληρώνει κάθε μέρα 5 ευρώ για κάθε πρόσφυγα.
Σε μια τετραμελή οικογένεια αντιστοιχούν δηλαδή 600 ευρώ το μήνα, οπότε θα μπορούσαν να δίνουν αυτά τα χρήματα στον κόσμο για να νοικιάσει ένα σπίτι, να αρχίσει να ενσωματώνεται στην κοινωνία.
Ένας από τους φίλους αντέδρασε κάπως. Δεν ξέρω γιατί. Αλλά τι συμβαίνει δεν μπορούμε να τους φανταστούμε ελεύθερους;
Και για να γυρίσουμε στο βαθμό μηδέν της γραφής.
Κάπου εκεί σε αυτή τη “θερμοκρασία” είναι που ξεκινούν οι μεταβολές, διαμορφώνονται οι χαρακτήρες, οι πεποιθήσεις και τα όνειρα.
Πιτσιρίκο, σου εύχομαι ολόψυχα καλό “βαθμό μηδέν”.
Ανθόκοσμος
(Αγαπητή φίλη, έχω γράψει πολλές φορές τα τελευταία χρόνια την φράση του Χέλντερλιν “Εκεί που αυξάνεται ο κίνδυνος αυξάνεται επίσης και η δυνατότητα της σωτηρίας”. Μου κάνει καλό να το σκέφτομαι αυτό. Και ισχύει τόσο για τους πρόσφυγες, όσο και για εμάς. Για την εργασία, έχω γράψει πολλές φορές πως η εποχή της εργασίας -όπως τουλάχιστον την ξέραμε- έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Αλλά εμείς κάνουμε σαν να μην έχει αλλάξει. Και οι πολιτικοί -σε Ευρώπη, Ελλάδα, ΗΠΑ-, συνεχίζουν να υπόσχονται θέσεις εργασίας που ξέρουν πολύ καλά πως δεν πρόκεται να υπάρξουν ποτέ. Για το γράψιμο, είναι καιρός που δεν θέλω να γράφω. Άλλα πράγματα θέλω να κάνω. Σε ευχαριστώ πολύ και να είσαι καλά.)
Το pitsirikos.net χρειάζεται τη βοήθειά σου
Στήριξε οικονομικά το pitsirikos.net, αν θεωρείς πως καλό είναι να υπάρχουν στην Ελλάδα και κάποιες φωνές που δεν δουλεύουν για τον Μαρινάκη, τον Αλαφούζο, τον Σαββίδη και τα άλλα παιδιά, οπότε μπορεί να διαβάσεις ή να ακούσεις κάτι διαφορετικό από αυτό που συμφέρει τους ολιγάρχες. Οι τρόποι στήριξης εδώ.