Της τέχνης το Γραμμένο
Πολυαγαπημένε Πιτσιρίκο,
Φυσικά την τέχνη δεν την συναντάς όπου κι όταν το περιμένεις. Είναι κάπως ερωτικό το ζήτημα· πέφτεις πάνω της στα πιο απίθανα μέρη, τις πιο ακατάλληλες στιγμές.
Εκεί λοιπόν που καθόμουν δίπλα σε κάτι τύπους που επιμένουν να κάνουν ένα φεστιβαλάκι σε ένα απομακρυσμένο ορεινό χωριό χωρίς
μόνιμους κατοίκους και με τους κατοίκους των διπλανών χωριών να τους έχουν ρίξει άκυρο.
Όπως άκυρο τους είχαν ρίξει οι φίλοι τους που είναι ακόμα ΣΥΡΙΖΑ αλλά και οι άλλοι που επιμένουν πως υφίσταται ακόμα δεξιά κι αριστερά.
Εκεί λοιπόν που ήμασταν λίγοι διαλεχτοί, αλλά όπως και να το κάνεις τρεις κι ο κούκος, είναι που συνέβη το πιο απρόσμενο.
Αυτό που δεν είχα ξανασυναντήσει και ρώτησα και άλλους και κανείς δεν είχε ζήσει κάτι παρόμοιο, αυτό που είναι και η αιτία αυτού του κειμένου, είναι έναν τύπο, έναν τραγουδιστή να τραγουδά στη σκηνή κάτι παράξενο.
Αυτό δεν ήταν ακριβώς ένα τραγούδι, ούτε ένα κείμενο, δεν ήταν μια απλή περφόρμανς, ούτε απλά κάτι ποιητικό.
Ήταν από αυτές τις στιγμές, εκείνα τα έργα τέχνης που σε βγάζουν από τη θέση σου, που τα ακούς και λες “δεν γίνεται. κάποιο λάθος θα έχει γίνει” ή που λες “δεν είναι δυνατό να κάθεται και να μας τα λέει όλα αυτά”.
Για να θεωρητικοποιήσουμε λίγο την ανάλυση ή για να την συνδέσουμε με τη σκέψη που της αρμόζει είναι από αυτές τις στιγμές που ένα έργο, ένας καλλιτέχνης καταφέρνουν να νικήσουν τον άτιμο τον “μερισμό του αισθητού” που τόσο κατακρίνει ο Jacques Ranciere ή, πιο απλά, τις κατηγοριοποιήσεις και τη λογική εκείνη που μάταια προσπαθεί να ταξινομήσει την τέχνη.
Ένα από τα πράγματα που ακόμα θεωρούνται ταμπού στην τέχνη είναι η περιγραφή της στιγμής της δημιουργίας ενός έργου.
Πώς διάολο δηλαδή έκατσε ο συγγραφέας και έγραψε το κείμενο, ο ποιητής το στίχο, ο μουσικός τη μελωδία;
Σε μια αντίδραση και κόντρα στις “φήμες” περί θεϊκής έμπνευσης, ταλέντων και καλλιτεχνών που με ένα μαγικοϋπερβατικό τρόπο φτιάχνουν τα έργα τους κάποιοι, όχι και τόσο λίγοι, κατά βάση λογοτέχνες, προσπαθούν να μιλήσουν για αυτή τη στιγμή και να σπάσουν τα ταμπού.
Ε, αυτό έκανε και ο Σπύρος Γραμμένος την Κυριακή το βράδυ.
Αντί να τραγουδήσει το τραγούδι του, δανείστηκε τον κιθαρίστα
του Γ. Κοντραφούρη (επόμενο μουσικό σχήμα), τον έβαλε να παίζει ένα ακόρντο και άρχισε να μιλά-τραγουδά για το πώς ένα βράδυ έγραψε το τραγούδι του, το δέντρο.
Κάπου εκεί στο αμφιθεατράκι φαντάστηκα σε μια άκρη τον αγαπημένο μου συγγραφέα τον Enrique Vila-Matas που έχει περάσει όλη του ζωή, προσπαθώντας να περιγράψει στους αναγνώστες του εκείνο το παιχνίδι της τυχαιότητας, την ποιητική εκείνη στιγμή που κάπως κάτι γίνεται, συναντιούνται οι λέξεις και προκύπτει ένα κείμενο.
“Έβλεπα” λοιπόν τον Enrique να δακρύζει από ζήλια. Ζήλια από αυτή την όμορφη. Αυτή που προκαλεί εκείνος ο καλλιτέχνης, ο συνάδελφος που είναι ικανός να περιγράψει το ίδιο του έργο “μέσα” και την ίδια στιγμή “μακρυά” από αυτό, εκείνος ο τύπος που καταφέρνει να μοιραστεί μαζί μας αυτά που δεν θα μπορούσαμε ποτέ να υποψιαστούμε πως κρύβονται πίσω από δυο λέξεις ή πως κάπως έτσι σε τέτοιες συναντήσεις είναι που νοιώθει κάποιος την τέχνη.
Και παραφράζοντας τους στίχους του “δέντρου”:
Αυτός ο στίχος δεν είχε ακούσει ποτέ πως γράφτηκε
Αυτοί οι στίχοι δεν ήξεραν πως το σημαντικό δεν ήταν οι στίχοι αλλά το πώς γράφτηκαν
Αυτοί οι τύποι εκείνο το βράδυ δεν είχαμε καταλάβει τι μας έλεγε
Αυτό το τραγούδι δεν είχε ακριβώς μουσική, δεν ήταν ακριβώς τραγούδι
Αυτός ο τραγουδιστής δεν ήταν ακριβώς ένας συγγραφέας, ούτε ένας τραγουδιστής
Αυτοί οι στίχοι δεν ήταν ακριβώς ένα τραγούδι
Αυτός ο τύπος δεν ήταν ακριβώς ο Σπύρος
Όλοι εμείς πήγαμε εκεί χωρίς να ξέρουμε
Μα ποιος στο διάολο πάει στο βουνό πάνω σε μόλο
Πάει ο τύπος που από το κομμωτήριο έφτιαξε τέχνη
Με αφορμή μια παράξενα όμορφη βραδιά κάπου στον Πάρνωνα, στο “4ο ορεινό φεστιβάλ Γη και Ελευθερία”, μια στιγμή που ο Σπύρος Γραμμένος διάλεξε, νομίζω αυτοσχεδιάζοντας να μην “τραγουδήσει” με τον ίδιο τρόπο.
Στην αρχή, όταν διάβασα κάπου στο μπλογκ σου πως ο Σπύρος Γραμμένος είναι ο καλύτερος Έλληνας τραγουδιστής, νόμιζα πως πρόκειται
για άλλη μια υπερβολή, άλλη μια τρολιά.
Ωστόσο, όλα δείχνουν πως όλα αυτά είναι μάλλον παραπάνω από αλήθεια.
Με αγάπη Α.
(Α.= Αναρχία στα βουνά…)
(Αγαπητή φίλη, εγώ δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός για τον Σπύρο Γραμμένο γιατί είμαστε φίλοι. Μάλιστα, είναι ένας από τους λίγους ανθρώπους που -πριν καν τον γνωρίσω- ήθελα να γίνουμε φίλοι. Και το επιδίωξα. Πήγα μια κρύα βραδιά του χειμώνα του 2010-11 σε μια συναυλία για τους Αφγανούς πρόσφυγες στα Προπύλαια, βρήκα τον Σπύρο -ο οποίος με είδε ξαφνικά δίπλα του να τον ρωτάω ψαρωτικά “Είσαι ο Σπύρος Γραμμένος;” και με πέρασε για ασφαλίτη- και του ζήτησα συνέντευξη για το ραδιόφωνο του The Press Project. Ο Σπύρος είναι ένας από τους καλύτερους και πιο καθαρούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει στη ζωή μου. Επίσης, για μένα, είναι ο καλύτερος τραγουδοποιός παγκοσμίως. Και ο Γιώργος Κοντραφούρης είναι ένας τεράστιος μουσικός -που ζει στην λάθος χώρα-, που είχα τη χαρά και την τιμή να τον γνωρίσω. Αυτά είναι τα ωραία Φεστιβάλ. Πάντα τέτοια. Να είστε καλά. Την αγάπη μου.)
Το pitsirikos.net χρειάζεται τη βοήθειά σου
Στήριξε οικονομικά το pitsirikos.net, αν θεωρείς πως καλό είναι να υπάρχουν στην Ελλάδα και κάποιες φωνές που δεν δουλεύουν για τον Μαρινάκη, τον Αλαφούζο, τον Σαββίδη και τα άλλα παιδιά, οπότε μπορεί να διαβάσεις ή να ακούσεις κάτι διαφορετικό από αυτό που συμφέρει τους ολιγάρχες. Οι τρόποι στήριξης εδώ.