Το νόημα της ζωής
Αγαπητέ Πιτσιρίκο,
Τώρα που το σκέφτομαι έχω φτάσει στα μισά. Είναι αλήθεια, θα μπορούσα να το κοιτάξω πιο ενδελεχώς το θέμα από στατιστικής άποψης, η δουλειά μου είναι εξάλλου. Όμως δεν έχει τόση σημασία, δε θα τα χαλάσουμε με ένα χρόνο πάνω, ένα χρόνο κάτω. Ας πούμε στα μισά να μη μπερδευόμαστε.
Τώρα που έφτασα εδώ στου δρόμου τα μισά που λέει και ο ποιητής, το καλό που μου θέλω είναι να έχω καταλήξει πού θέλω να βγω, ας είναι και στο περίπου.
Θυμάμαι στο ξεκίνημα είχα χρόνο, είχα χώρο. Τότε το σημαντικό ήταν να χαρτογραφήσω το άγνωστο, να ξεσκαρτάρω τις δυνατότητες και να μαζέψω εφόδια και δυνάμεις για το ταξίδι και ας μην υπάρχει ακόμα ξεκάθαρος προορισμός.
Στο κάτω κάτω, το μόνο σίγουρο ήταν το ταξίδι. Για όπου και να τραβούσα, μια πυξίδα, ένα πανωφόρι, σίγουρα θα μου ήταν χρήσιμα.
Καθώς περνούσε ο καιρός, όμως, ο αρχικός ενθουσιασμός για όλες τις ασκήσεις ετοιμότητας, για όλα τα γυαλιστερά εργαλεία που μάζευα, άρχισε να ξεθωριάζει.
Τι σημασία είχε να είσαι έτοιμος για τα πάντα, όταν δεν πας πουθενά;
Είχε έρθει λοιπόν η ώρα να προχωρήσω, μα αυτή η κίνηση προς τα μπρος άλλαξε τα πάντα, για πάντα.
Κάτι ερχόταν πλέον πιο κοντά, μα ταυτόχρονα κάτι πίσω μου απομακρυνόταν.
Οι πιθανότητες μετατρέπονταν σε βεβαιότητες, όχι όμως πάντα με τον τρόπο που θα προτιμούσα. Η γαλανή θάλασσα έκρυβε τελικά και καρχαρίες, το αφράτο χώμα λασπουριά.
Ύστερα ήταν και όλα τα υπόλοιπα βαρκάκια, που και αυτά έψαχναν προορισμό σαν και εμένα, άλλοτε αρμενίζοντας παράλληλα και άλλοτε χτυπώντας ξύλο με ξύλο.
Ο χρόνος περνούσε και προχωρούσα, όχι με την ταχύτητα φωτός που είχα φανταστεί, μα μόνο μέτρο μέτρο.
Εκεί κάπου, συν πλην στα τριάντα, είναι που σηκώθηκα και φώναξα: Απάτη!
Πού είναι οι άπειρες δυνατότητες, πού είναι οι λεβέντες σύντροφοι, που είναι τα θαύματα και οι χαρούμενες γιορτές;
Γιατί μου φουσκώσατε τα μυαλά;
Ποιος είναι εκείνος που είπε πως όλα είναι δυνατά;
Πώς θα αντέξω τώρα να κοιτάζω τη μακρυνή κορφή από των προπόδων το βάλτο;
Δείτε πως με ρημάζει το τραγούδι του ανοικτού ωκεανού, καθώς σαπίζω σε μια βραχονησίδα δέκα επί δέκα.
Κατάρα σε εκείνους που με βάλανε να υψώσω το λάβαρο, κατάρα σε αυτούς που με παραμυθιάσανε να ξεκινήσω!
Κρατάει καιρό αυτή η οργή. Μα σαν κοντεύεις στα μισά όπως εγώ, η φωνή έχει πια βραχνιάσει από τις βρισιές.
Η οργή, αφού κατανάλωσε τα πάντα, άφησε πίσω μοναχά τη μέσα της σιωπή.
Το γιατί, γιατί, γιατί, έγινε: Και τώρα τι;
Τώρα που το ύστερα είναι λιγότερο από το πριν.
Αυτό το τικ-τακ του χρόνου ήταν πάντα εκεί, μόνιμο ηχητικό υπόβαθρο στη ζωή μου. Μα τώρα ξαφνικά ακούγεται τελείως διαφορετικά.
Κάτι αλλάζει εκεί στη μέση.
Είναι σαν την πίτσα, αν μου συγχωρεθεί το παράδειγμα. Στο πρώτο, στο δεύτερο κομμάτι, κοιτάς και έχεις ακόμη μπροστά σου μια αχνιστή πίτσα.
Μετά τη μέση, όμως, αντικρίζεις όλο και περισσότερο ένα άδειο χαρτόκουτο.
Εκεί είναι το κρίσιμο σημείο που οι άνθρωποι μοιράζονται σε δυο δρόμους και δεν ξανασυναντιούνται ποτέ.
Κάποιοι παραδέχονται πως το χαρτόκουτο κέρδισε και βάζουν τα μαχαιροπήρουνα κάτω.
Ακόμα χειρότερα, πως το χαρτόκουτο είχε κερδίσει από την αρχή, το παιχνίδι ήταν στημένο.
Τα λαμπερά χρώματα της πίτσας, η θέρμη της γέμισης, ήταν εκεί μονάχα για να μας παραδώσουν, μπουκιά τη μπουκιά, στο αιώνιο παγωμένο λευκό του χαρτόκουτου.
Απαντάνε λοιπόν:
Και τώρα τι; Και τώρα τίποτα! Ας σαπίσει το θλιβερό δόλωμα, στο διάολο και η πίτσα και το χαρτόκουτο.
Για τους άλλους, η πίτσα είναι αυτό που μετράει, μέχρι το τελευταίο κομμάτι.
Κι ας κερδίσει το χαρτόκουτο στο τέλος. Ας είναι, δεν πειράζει.
Στο κάτω κάτω, δίχως εκείνο δεν θα υπήρχε πίτσα στο τραπέζι. Ό,τι λαχταριστό έχει εκείνη, ετούτο το χαρτόκουτο είναι που το ορίζει.
Ανάμεσα σε ετούτους τους τελευταίους είναι που προσπαθώ να χωθώ.
Λέω και γω μαζί τους: και τώρα τι; Και τώρα ό,τι και πριν, και τώρα ζωή, μέχρι να απομείνει μονάχα πίσω ένα παγωμένο χαρτόκουτο!
Είναι τώρα που το ύστερα είναι λιγότερο από το πριν, που έχει έρθει η ώρα να κοιτάξω το βάλτο, να ξαπλώσω στην τοσοδούλα βραχονησίδα μου και να πω:
Είναι το πιο όμορφο μέρος, είναι το έδαφος που πάνω του στέκομαι ζωντανός.
Τι ζητάω; Για μένα να ζήσω και για τους άλλους να ζήσουν και αυτοί. Όλα τα άλλα περιττά και λεπτομέρειες.
Μα τί σημαίνει ζωή; Αυτό που σήμαινε πάντα, από τότε που σηκωθήκαμε στα δυο και γίναμε άνθρωποι.
Να αναπνέεις, να δημιουργείς, να σκέφτεσαι, να αγαπάς, να πονάς, να ταξιδεύεις, να κάμεις παιδιά, να μπερδεύεσαι, να πέφτεις, να σηκώνεσαι, να φοβάσαι, να ελπίζεις, να τρως, να μιλάς, να αγκαλιάζεσαι, να πεθαίνεις.
Όσο και αν ψάχνεις, δεν θα βρεις άλλη χρησιμότητα, άλλο προορισμό.
Η ζωή είναι για να τη ζεις.
Γιατί όταν στο τέλος μείνω με ένα χαρτόκουτο αδειανό, θέλω να έχω ζήσει.
Μάρκος
(Αγαπητέ φίλε, όμορφο κείμενο. Η ζωή έχει νόημα αλλά δεν το ξέρουμε. Μάλλον το νόημα της ζωής είναι να μοιράζεσαι την πίτσα με κάποιον άλλον. Και να του προσφέρεις τουλάχιστον ένα από τα δικά σου κομμάτια. Αν και το ιδανικό είναι να παραγγέλνεις τέσσερις πίτσες-γίγας και να τρώτε από δυο ο καθένας. Αυτό είναι bigger than life. Αν και ποτέ δεν κατάλαβα γιατί τα χαρτόκουτα με τις πίτσες δεν έχουν και δεύτερο πάτο. Όποιος βγάλει τη δίπατη πίτσα, θα γίνει ζάπλουτος. Ζωή είναι να περνάς και κάπως απαρατήρητος, να μην φαίνεται πόσο ευτυχισμένος είσαι. Είναι βέβαιο πως, μόλις γίνει αντιληπτή η ευτυχία σου, οι άνθρωποι θα σε ξεσκίσουν. Οι άνθρωποι καταστρέφουν ό,τι όμορφο υπάρχει. Κοιτάξτε γύρω σας. Καλή ζωή. Και να θυμάστε το “λάθε βιώσας”. Να περνάτε απαρατήρητος. Να είστε καλά. Με την ευκαιρία, πόσοι Έλληνες είστε εκεί στην Ολλανδία; Μόνο εγώ δεν είμαι στην Ολλανδία. Που θα μου άξιζε.)
Το pitsirikos.net χρειάζεται τη βοήθειά σου
Στήριξε οικονομικά το pitsirikos.net, αν θεωρείς πως καλό είναι να υπάρχουν στην Ελλάδα και κάποιες φωνές που δεν δουλεύουν για τον Μαρινάκη, τον Αλαφούζο, τον Σαββίδη και τα άλλα παιδιά, οπότε μπορεί να διαβάσεις ή να ακούσεις κάτι διαφορετικό από αυτό που συμφέρει τους ολιγάρχες. Οι τρόποι στήριξης εδώ.