Η Σοφία και το ψηλό κτίριο
Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα κοριτσάκι, η Σοφία, που ζούσε σε μια πόλη της Ελλάδας, με Ιστορία αιώνων, αλλά οι κάτοικοι έχτιζαν ψηλά και άσχημα κτίρια, με αποτέλεσμα ο ένας να κρύβει την θέα στον άλλον.
“Αφού αυτός έχτισε τρεις ορόφους, εγώ θα χτίσω τέσσερις ορόφους”
“Κι εγώ θα χτίσω πέντε”
“Κι εγώ θα χτίσω δέκα”
Με αυτό τον τρόπο έχτισαν όλη την πόλη και κανείς δεν έβλεπε πια τον ορίζοντα, αφού κάποιος άλλος είχε χτίσει ένα ακόμα πιο ψηλό κτίριο.
Παράλληλα, δεν υπήρχαν χώροι με πράσινο, για να παίζουν τα παιδιά -όπως η Σοφία- και να κάνουν βόλτες οι ιδιοκτήτες των ψηλών κτιρίων.
Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι αυτοκίνητα, αφού εκμεταλλεύτηκαν και το τελευταίο τετραγωνικό μέτρο για να χτίσουν τα ψηλά κτίρια και δεν υπήρχε χώρος για πάρκιγκ.
Και αν και υπήρχαν τόσα πολλά κτίρια – και αρκετά από αυτά είχαν άδεια διαμερίσματα-, υπήρχαν και άνθρωποι που έμεναν στον δρόμο γιατί δεν είχαν ένα σπίτι να μείνουν. Αυτό στενοχωρούσε πολύ τη Σοφία και δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί συμβαίνει.
Η πόλη από ψηλά έμοιαζε με μια ζούγκλα από μπετόν και το μόνο που ξεχώριζε -και “έσωζε” τη φήμη της πόλης- ήταν ένα αρχαίο κτίριο που είχε χτιστεί πριν από χιλιετίες.
Όλοι ήθελαν να έχουν θέα στο αρχαίο μνημείο, έχτιζαν για να έχουν θέα προς αυτό, αλλά το ίδιο έκαναν και οι υπόλοιποι με αποτέλεσμα να μην το βλέπει σχεδόν κανείς ή να το βλέπει ανάμεσα από ακάλυπτους πολυκατοικιών, ξεχαρβαλωμένες τηλεοπτικές κεραίες και άθλιες τατράτσες.
Η πόλη ήταν πια πολύ άσχημη και οι κάτοικοί της αγενείς.
Αν μπορούσαν, θα εξαφάνιζαν όλους τους υπόλοιπους κατοίκους.
Και τότε, καποιος αποφάσισε να χτίσει ένα κτίριο με είκοσι ορόφους.
Ξαφνικά, όλοι οι ιδιοκτήτες των κτιρίων εξοργίστηκαν με αυτόν που θέλει να χτίσει ένα κτίριο-τέρας, ξεχνώντας πως και τα δικά τους κτίρια είναι τέρατα.
Και όλοι άρχισαν να ψάχνουν για παρανομίες στο καινούριο κτίριο.
Οι δικές τους παρανομίες είχαν παραγραφεί. Από χτίσιμο σε οικόπεδα με αρχαία μέχρι το χτίσιμο οικοπέδων που θα γίνονταν πάρκα για τους πολίτες, όλα ήταν πια πάρα πολύ νόμιμα.
“Θα μας κρύβει την θέα αυτό το έκτρωμα”
“Αφού δεν βλέπουμε εμείς το μνημείο, να μην το βλέπει κανείς”
“Ποιος είναι αυτός που νομίζει ότι μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και, κυρίως, γιατί δεν το κάναμε εμείς αυτό που κάνει τώρα αυτός;”
Η μικρή Σοφία μεγάλωνε σε μια πόλη, όπου ο καθένας έκρυβε την θέα στον άλλον και του έκοβε τον δρόμο.
Αλλά δεν ήθελε να κάνει κι αυτή το ίδιο στους άλλους.
Η Σοφία σκέφτηκε πως, όταν οι άλλοι σου κρύβουν τον ορίζοντα και σου κόβουν τον δρόμο, το καλύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να φύγεις μακριά από αυτούς τους ανθρώπους.
Δεν υπάρχει σωτηρία πια για αυτούς τους ανθρώπους, σκέφτηκε η Σοφία, οπότε να φύγω μακριά και να πάω σε ένα μέρος με ευγενικούς ανθρώπους που θα επιτρέπουν και στους άλλους να βλέπουν τον ορίζοντα.
Θα επιτρέψουν και σε εμένα να βλέπω την θέα.
Θα επιτρέψουν και σε εμένα να ανθίσω.
Η Σοφία μεγάλωσε και έφυγε από την άσχημη πόλη με τα ψηλά κτίρια, στην οποία είχαν απομείνει μόνο γέροι και γριές που τσακώνονταν μεταξύ τους συνέχεια γιατί δεν ήξεραν να κάνουν κάτι άλλο.
Και η Σοφία έζησε όμορφα και οι άλλοι ακόμα τσακώνονταν.
(Γκρεμίστε την Αθήνα. Και απαρνηθείτε τις “περιουσίες” και τις “ιδιοκτησίες”.)
Το pitsirikos.net χρειάζεται τη βοήθειά σου
Στήριξε οικονομικά το pitsirikos.net, αν θεωρείς πως καλό είναι να υπάρχουν στην Ελλάδα και κάποιες φωνές που δεν δουλεύουν για τον Μαρινάκη, τον Αλαφούζο, τον Σαββίδη και τα άλλα παιδιά, οπότε μπορεί να διαβάσεις ή να ακούσεις κάτι διαφορετικό από αυτό που συμφέρει τους ολιγάρχες. Οι τρόποι στήριξης εδώ.