Η καραμέλα
«Σε κάθε κλάδο ή επάγγελμα υπάρχουν και άνθρωποι που τον ντροπιάζουν. Δεν σημαίνει ότι όσοι κάνουν αυτή τη δουλειά είναι όλοι τους παλιάνθρωποι».
Είναι η καραμέλα της απενοχοποίησης, που πιπιλάνε οι δημοσιογράφοι στο τέλος της κάθε ιστορίας, με πρωταγωνιστές κάποιον ή κάποιους, με σοβαρό συνήθως κοινωνικό ρόλο, που παρανομούν η αυθαιρετούν εις βάρος συνανθρώπων τους ή γενικότερα του κοινωνικού συνόλου.
Η καραμέλα αυτή δεν λιώνει, ακόμη και εάν σε κάποιο επαγγελματικό χώρο η παρανομία είναι ο κανόνας και η έντιμη συμπεριφορά η εξαίρεση.
Στο τηλεοπτικό η ραδιοφωνικό studio, μέσα στο οποίο η καραμέλα αναμασιέται, προηγείται η εμφάνιση επίσημου εκπρόσωπου του κλάδου, που μπήκε στο κοινωνικό στόχαστρο.
Αβανταδόρος ενός κλάδου μπορεί να είναι είτε ο συνδικαλιστικός τους εκπρόσωπος ή ακόμη και ο ίδιος ο δημοσιογράφος, όταν δεν μπορεί να θάψει το γεγονός.
Τηλεόραση ή ραδιόφωνο, λοιπόν, ανάλογα με την σοβαρότητα του αδικήματος που διαπράχθηκε, βγάζουνε στον αέρα κάποιο εκπρόσωπο, για να δικαιολογήσει συνήθως τα αδικαιολόγητα.
Πιάνουν γιατρό να παίρνει φακελάκι για εγχείρηση σε δημόσιο νοσοκομείο;
Ξεφτιλίζουν πρώτα το δημόσιο σύστημα υγείας, αλλά επειδή οι γιατροί είναι σοβαρή κοινωνική ομάδα βγαίνει ο Πρόεδρος ενός τοπικού ιατρικού συλλόγου και λέει, ότι υπάρχουν και επίορκοι επιστήμονες, και ότι ο σύλλογος τους θα φτιάξει μια επιτροπή να διερευνήσει την υπόθεση και εφόσον υπάρχουν ατράνταχτα στοιχεία, θα επιβάλλει -που συνήθως δεν επιβάλλει- τις δέουσες πειθαρχικές κυρώσεις.
«Ναι, ναι συμφωνώ» προσθέτει ο παρουσιαστής. «Δεν πρέπει να διασύρουμε ένα ολόκληρο κλάδο, επειδή κάποιοι δεν κάνουν την δουλειά τους όπως πρέπει».
Βέβαια, όταν ο Πρετεντέρης και ο Καψής βγάζανε στα δελτία του MEGA κανένα υδραυλικό να μην κόβει απόδειξη, δεν καλούσανε ποτέ τον Πρόεδρο του σωματείου να πει και αυτός: «Ρε παιδιά, επειδή ένας υδραυλικός δεν έκοψε απόδειξη σε ένα στημένο από τη τηλεόραση ραντεβού, δεν είναι οι υδραυλικοί υπεύθυνοι για την κατάντια της χώρας».
Θεωρούσαν, οι έγκριτοι αυτοί δημοσιογράφοι, ότι όλοι οι υδραυλικοί, οι ηλεκτρολόγοι και οι ταβερνιάρηδες είναι a priori φοροφυγάδες, ψεύτες και απατεώνες, οπότε δεν χρειαζόταν να καλέσουν τους εκπρόσωπους τους να εξηγήσουν γιατί ένας συνάδελφος τους ξεβούλωσε ένα σιφόνι χωρίς να κόψει απόδειξη.
Καμιά κουβέντα της παρηγοριάς δεν χρειάζεται για την επαγγελματική πλέμπα που κάνει τις κωλοδουλειές.
Ο καντινιέρης που δεν κόβει ταμειακή για δυόμισι ευρώ είναι ένας από τους «μαζί τα φάγαμε» και πολύ καλά έκαναν και τον ανεβοκατέβαζαν φοροφυγά, σε αντίθεση με τον Παπασταύρου – σαν αυτόν, και άλλους εννιά ήθελε ο Σαμαράς να είχαμε- των πέντε και κάτι ψιλά εκατομμυρίων Ευρώ στον Παναμά, που στα δελτία των ειδήσεων τον παρουσίαζαν σαν τον οιοδήποτε πολίτη που δεν κάνει σωστή φορολογική δήλωση.
Κάθε φορά που άκουγα ανάλογο περιστατικό γνώριζα, πάνω-κάτω, την εξέλιξη. Γελούσα φυσικά, γιατί αυτή του είδους η αντιμετώπιση είναι μόνο για γέλια.
Την φορά αυτή, όμως, που άκουσα το πιπίλισμα της ίδιας καραμέλας, ξεράθηκα στα γέλια.
Οδηγούσα, Παρασκευή πρωί, για το γραφείο και σε κάποιον από τους σταθμούς που στηρίζουν όσο μπορούν το κυβερνητικό ερείπιο- προτιμώ τους σταθμούς της δεξιάς γιατί χαλαρώνεις με αυτά που ακούς, σε αντίθεση με τους μουρμούρες και τις ξινίλες της αριστεράς, και δεν έχει σημασία ποιος σταθμός ήταν, αφού λίγο-πολύ όλοι ίδιοι είναι- ένας παρουσιαστής απαντούσε σε μηνύματα ακροατών του.
Δέκα λέξεις το μήνυμα, δέκα λεπτά η απάντησή του.
Μέχρι να σε κάνει να πιστέψεις ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο τραγικά όσο πιστεύει ο κόσμος.
Καμία ντροπή δεν πρέπει να υπάρχει, αν πρόκειται να γίνει μια δουλειά, και κανένα θέμα για συζήτηση δεν είναι ντροπή, αν πρόκειται να μπαλωθεί καμία κυβερνητική τρύπα.
Στην επικαιρότητα, τις τελευταίες μέρες, εκτός από το ξέσκισμα μιας βουλευτίνας και πρώην Miss Beauty Πελοποννήσου, που συλλάβιζε όπως ο Μίμης στο Αναγνωστικό της Α’ Δημοτικού όταν έδειχνε στην Λόλα το μήλο και της έλεγε «Λα, λα, Λόλα. Λόλα, να ένα μήλο», ήταν και η εξωυπηρεσιακή δραστηριότητα ενός αστυνομικού.
Και δεν λέμε για την δραστηριότητα της παροχής υπηρεσιών pizza delivery -που κάνουν κάποιοι οικογενειάρχες για να συμπληρώσουν το χαμηλό μεροκάματο τους- ή την προστασία σε νυχτερινά κέντρα που αναλαμβάνουν οι πιο γεροδεμένοι.
Μιλάμε για κανονικές ληστείες σε βενζινάδικα και περίπτερα από ένα αστυνομικό.
Το θέμα, στο ραδιοφωνικό σταθμό, για τον εν λόγω αστυνομικό ξεκίνησε από ακροατή, που ρωτούσε στο μήνυμα του- ένα από αυτά που στέλνονται μέσω τηλεφωνικών γραμμών της Σιγκαπούρης και τα πληρώνει ο κάθε αφελής γύρω στα δύο Ευρώ-γιατί ο Τύπος και η τηλεόραση δεν ανέδειξαν το θέμα της ληστείας από ένα αστυνομικό στην ίδια έκταση με αυτή που δίνεται, όταν μπαίνουν, παραδείγματος χάρη, σε super markets αναρχικοί και αρπάζουν κονσέρβες.
Ό πρόλογος της απάντησης συνοδευόταν με την συνήθη γλίτσα που χαρακτηρίζει τους υπαλλήλους αυτών των σταθμών. Ότι ο σταθμός τους είναι αντικειμενικός και παρουσιάζει όλα τα θέματα με ψυχραιμία και σύμφωνα με τον κοινωνικό αντίκτυπο που κάθε είδηση προκαλεί.
Φυσικά, η είδηση δεν έπαιξε στο σταθμό του, αλλά αυτό δεν έχει και πολλή σημασία, γιατί εδώ στο σταθμό του δεν παίζουν ούτε τα κίτρινα γιλέκα που έχουν ξεσηκώσει ολόκληρη γαλλική κοινωνία και στο Παρίσι γίνεται της πουτάvας κάθε Σαββατοκύριακο.
Το θέμα του αστυνομικού είχε, όμως, αρχίσει να παίζει σε άλλους σταθμούς. Θα έμενε στην απέξω ο δικός τους;
Όχι, βέβαια. Το μήνυμα του ακροατή ήταν η assist για να δώσει και ο σταθμός τα διαπιστευτήριά του.
Οι αρχικές γενικολογίες του κώλoυ και η ακατάσχετη φλυαρία -ίδιον των πρωινών παρουσιαστών- με είχαν προϊδεάσει για αυτά που θα άκουγα με τα ίδια μου τα αυτιά.
Ο παρουσιαστής, όχι μόνο δεν απαντούσε στο ερώτημα του ακροατή του, αλλά σε κάποια στιγμή τα πήρε και από μόνος του, με τον ντόρο που δημιουργήθηκε από το γεγονός της αποκάλυψης της δράσης ενός αστυνομικού.
«Ναι, να τιμωρηθεί ο επίορκος» είπε – δεν είπε φυσικά ο ληστής- «αλλά, ρε παιδιά μην το γενικεύετε το θέμα. Να κρεμάσουμε, δηλαδή όλη την Αστυνομία, θέλετε; Επειδή ένας αστυνόμος παρέβη το καθήκον του, που είναι η τήρηση της ασφάλειας των πολιτών, σημαίνει ότι όλοι οι αστυνομικοί είναι σκάρτοι;».
Δεν ξέρω τι του έγραψε ο ακροατής, αλλά μάλλον, δεν θα του έγραψε ότι όλοι οι αστυνομικοί είναι σκάρτοι.
Του είπε, κοφτά φαίνεται, γιατί το θέμα δεν πήρε τις ανάλογες διαστάσεις στα μέσα μαζικής τύφλωσης.
«Δεν φταίμε εμείς Κύριε, εάν η επιδρομή αναρχικών σε ένα supermarket τρομάζει περισσότερο κόσμο από ότι η ληστεία σε ένα περίπτερο από ένα αστυνομικό» θα ήθελε να του πει, αλλά δεν το τόλμησε, πιθανόν για να μη του πουν ότι κοπιάρει τα λόγια εκείνης της θλιβερής παρουσιάστριας του Mega, που έλεγε ότι δεν έφταιγε το κανάλι εάν όλες οι κοινωνικές τάξεις ήταν υπέρ του ΝΑΙ στο Δημοψήφισμα.
Ο δημοσιογράφος μιλούσε για ώρα, αποφεύγοντας, όπως ο διάβολος το λιβάνι, να πει ότι ο αστυνόμος ήταν ένας ληστής, όπως λένε τους δικούς μας και τους Αλβανούς όταν μπουκάρουν σε κάβες και βενζινάδικα. Επίορκο τον ανέβαζε, επίορκο τον κατέβαζε.
Σε αυτή την χώρα οι δικαστές που συμμετέχουν σε παραδικαστικά κυκλώματα, οι υπουργοί που παραποιούν δημόσια έγγραφα και οι παπάδες που λειτουργούσαν μια ΜΚΟ της Αρχιεπισκοπής σαν Αλβανική πυραμίδα εικονικών δανείων, δεν είναι απατεώνες.
Ξέρετε τι είναι, σύμφωνα με τους δημοσιογράφους;
Επίορκοι λειτουργοί είναι. Λαμόγια, αποβράσματα και κοινωνικά κατακάθια είναι όσοι παρανομούν χωρίς να ασκούν λειτούργημα.
Και αλλοίμονο σε αυτόν που θα τολμήσει να χαρακτηρίσει με την πραγματική ποινική του ιδιότητα κάποιον επίορκο λειτουργό, μέχρι να αποφασίσει τελεσίδικα η δικαιοσύνη ότι το αδίκημα έχει παραγραφεί.
Αν πεις παιδόφιλo κάποιον που τον πιάσανε επ’ αυτοφώρω να βιάζει δεκαπεντάχρονα και αθωωθεί μετά από είκοσι αναβολές λόγω παραγραφής, δεν είσαι παρά ένας κοινός συκοφάντης.
Το παραλήρημα του παρουσιαστή συνεχιζόταν χωρίς να παίρνει ανάσα. Σε ένα σημείο αγανάκτησε και από πάνω.
«Μη τα ισοπεδώνουμε όλα. Δεν είμαστε όλοι διεφθαρμένοι» είπε, λες και η ληστεία είναι πράξη διαφθοράς και όχι εγκληματική πράξη.
«Εντάξει το εμπεδώσαμε. Ούτε όλοι οι αστυνομικοί, ούτε όλοι οι δικαστές, ούτε όλοι οι πολιτικοί είναι διεφθαρμένοι» είπα από μέσα μου, έτοιμος να πάω σε σταθμό με αθλητικά για να ακούσω Παοκτζήδες να βρίζουν γαύρους και γαύρους να βρίζουν Παοκτζήδες.
Εκεί, όμως, ο πoύστης. Επέμενε να αβαντάρει τον κλάδο και ήθελε να δώσει ακόμη ένα ακόμη ισχυρό επιχείρημα για να αποφεύγουμε την ισοπέδωση. Άρχισε να ανακατεύει επαγγελματικούς κλάδους, που ναι μεν άνθρωποι του χώρου τους έχουν κατηγορηθεί για απάτες η διαφθορά, αλλά όχι και για ληστείες.
«Σε κάθε κλάδο υπάρχουν οι καλοί και οι κακοί» μας είπε την σοφία του. «Τι πάει να πει; Δεν υπάρχουν και επίορκοι ανάμεσά τους; Θα τους βάλουμε όλους μαζί στο ίδιο τσουβάλι;»
Μόνος του μιλούσε και μακάρι να τα άκουγε και μόνος του. Πιθανόν να πίστευε ότι τα λευκά κολάρα της εξουσίας δεν πρέπει να μπαίνουν στο ίδιο πρόγραμμα πλύσης με τα βρωμόρουχα της πλέμπας.
Θα πρέπει να είναι βλάκας κάποιος για να μην καταλαβαίνει ότι ο ληστής, είτε τα παίρνει από τράπεζα- άσχετα με το ότι ο Μπρέχτ θεωρεί την ίδρυση μιας τράπεζας μεγαλύτερη ληστεία από την καθαυτή ληστεία της- είτε από βενζινάδικο, διαπράττει το αδίκημα της ληστείας.
Αν κρίνω ότι στις πρωινές εκπομπές ραδιοφώνου έχουν κάνει καριέρα ένας Χιώτης, ένας Παπαχρήστου και ένας Καμπουράκης, είμαι σίγουρος ότι οι Διευθυντές δεν βάζουν βλάκες να κάνουν εκπομπές.
Αν νομίσατε ότι είπε: «καταδικάζουμε τη ληστεία από όπου και εάν προέρχεται» σας διαβεβαιώνω, ότι δεν το είπε.
Ο πρόεδρος του συνδικαλιστικού οργάνου τους, για να πω την αλήθεια μου- ανεξάρτητα από την πολιτική ορθότητα του λόγου του-καταδίκασε τον συνάδελφο του με πιο αντρίκια αμεσότητα. «Είναι όμορφος. Θα καλοπεράσει στη φυλακή» είπε υπονοώντας αυτό, που όλοι έχουμε ακούσει ότι γίνεται στις φυλακές.
O ραδιοφωνικός παρουσιαστής προσπάθησε να ρίξει στα μαλακά τον επίορκο -όχι ληστή, φυσικά-, λέγοντας αυτά που ούτε ο ίδιος ο Πρόεδρος δεν είπε για τον κλάδο.
Μίλησε για διεφθαρμένους λειτουργούς της αστυνομίας, σαν να σχολίαζε κανένα δημοτικό υπάλληλο που πήρε πενηντάευρω για να επιταχύνει υπογραφή άδειας υγειονομικού καταστήματος.
Για να γίνει πιο πιστευτός, στο τέλος μιας απίστευτης φλυαρίας, τα σάλια του οποίου έτρεχαν ασταμάτητα, ξέρετε τι είπε ο αθεόφοβος;
“Μήπως και στο δικό μας κλάδο, αυτό των δημοσιογράφων, δεν υπάρχουν συνάδελφοι, που δεν σέβονται το λειτούργημα τους;”
«Σώπα, ρε μεγάλε» είπα από μέσα μου γελώντας και έτοιμος να ακούσω τις πομφόλυγες για τους λειτουργούς της δημοσιογραφίας.
Για λίγα δευτερόλεπτα, δεν μιλούσε. Μάλλον θα σκεφτότανε την επόμενη ατάκα του.
«Που το πάει, ρε ο πoύστης;» σκέφθηκα, χωρίς να φαντάζομαι πού θα μπορούσε να το πάει.
«Τι πάει να πει;» κατέληξε. «Ότι όλοι οι δημοσιογράφοι είμαστε πουλημένοι;»
Γ.Κ.
(Αγαπητέ φίλε, δεν υπάρχουν μεγαλύτερα καθάρματα από τους δημοσιογράφους. Και τα πιο μεγάλα καθάρματα είναι οι “αριστεροί” δημσσιογράφοι. Τρομερά λαμόγια. Όπου ακούτε “δημοσιογράφος”, να φεύγετε. Τρέχοντας. Ας σκεφτούν αυτοί που διαβάζουν, ποιοι δημοσιογράφοι δεν είναι πουλημένοι στην Ελλάδα σήμερα. Ναι, ναι, λίγο ακόμα… Ναι, αυτό. Να είστε καλά. Την αγάπη μου.)
Το pitsirikos.net χρειάζεται τη βοήθειά σου
Στήριξε οικονομικά το pitsirikos.net, αν θεωρείς πως καλό είναι να υπάρχουν στην Ελλάδα και κάποιες φωνές που δεν δουλεύουν για τον Μαρινάκη, τον Αλαφούζο, τον Σαββίδη και τα άλλα παιδιά, οπότε μπορεί να διαβάσεις ή να ακούσεις κάτι διαφορετικό από αυτό που συμφέρει τους ολιγάρχες. Οι τρόποι στήριξης εδώ.