Η αλήθεια δεν έχει χρώμα (Νο 5) – Life is not a problem to be solved, it is a reality to be experienced
Αγαπημένε πιτσιρίκο,
Το κείμενο τούτο το γράφω με αφορμή το κείμενο-ερώτηση του Γιώργου Ζ. από την Ουτρέχτη με τίτλο το ερώτημα «Ξέρεις από ψυχολογία;» . Ήδη έδωσε την απάντησή του ο ειδικότερος και εξαιρετικός, όπως πάντα, Βασίλης. Θα ήθελα να κάνω κι εγώ μια προσπάθεια να μεταφέρω κάποιες απόψεις σχετικές με τα ερωτήματα του φίλου Γιώργου Ζ., όμως πριν το επιχειρήσω, θα πρέπει να διευκρινίσω ποιος είμαι και από ποιο πρίσμα βλέπω το ζήτημα.
Δεν είμαι ψυχολόγος, όμως για να κάνω καλύτερα τις δύο κύριες δουλειές που έχω κάνει, προπονητής τένις παιδιών ηλικίας 5-12 ετών και καθηγητής νεαρών ενήλικων φοιτητών, έχω διαβάσει σχετικά, κυρίως αναπτυξιακή ψυχολογία.
Δεν είμαι ψυχίατρος, ούτε καν γιατρός, όμως είμαι καθηγητής φυσιολογίας (των ζώων), επομένως κάτι σκαμπάζω σχετικά με την ανατομία και τη φυσιολογία του εγκεφάλου.
Δεν είμαι νευροεπιστήμονας, αλλά τρέφω ιδιαίτερη αγάπη και ενδιαφέρον για τις επιστήμες του εγκεφάλου, και έχω διαβάσει μεταξύ άλλων κάποια βιβλία των Semir Zeki, Erik Kandel, Oliver Sacks, και πάνω απ’ όλα, για μένα, του V.S. Ramachandran. (Συστήνω ανεπιφύλακτα το «Φαντάσματα στον Εγκέφαλο» του τελευταίου, από της Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης).
Δεν είμαι φιλόσοφος, αλλά έχω διαβάσει κάποια φιλοσοφία.
Δεν είμαι γκουρού, αλλά έχω μελετήσει κάπως τις ανατολικές θρησκείες (και τις θρησκείες γενικότερα) και έχω την εμπειρία του διαλογισμού, αν και κάπως χαμηλού επιπέδου.
Τέλος, φέρω και την προσωπική εμπειρία μου, αφού έχω κάνει ψυχανάλυση με τη μέθοδο gestalt εδώ και κάποιο καιρό.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, ίσως είμαι ένας αναγεννησιακός τύπος που μπορεί να δει το θέμα κάπως σφαιρικά, αν βέβαια καταφέρνω να μην είμαι απλά ένας τσαλαβούτας.
Ας δοκιμάσω λοιπόν…
Για να προσελκύσω το ενδιαφέρον των πιο τεχνοκρατών αναγνωστών (που, προσωπική παρατήρηση, τείνουν να δυσπιστούν και να αποφεύγουν την ψυχανάλυση, ίσως γιατί ακόμη εντάσσεται από τους περισσότερους στις θεωρητικές επιστήμες) θα χρησιμοποιήσω ως ανάλογο του εγκεφάλου μας τον ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι πολύ πιο πολύπλοκος από έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή. Προς το παρόν τουλάχιστον. Παρ’ όλ’ αυτά, οι ομοιότητες δεν είναι και λίγες. Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής καθημερινά έχει hardware, software, κάποια δεδομένα με τα οποία τον τροφοδοτούμε (ή τα δημιουργεί από μόνος του, από επεξεργασία άλλων δεδομένων) και έναν επεξεργαστή που επεξεργάζεται τα δεδομένα ώστε να εξάγει αποτελέσματα. Αντίστοιχες δομές και λειτουργίες υπάρχουν και στον εγκέφαλο.
Σε ό,τι αφορά το hardware, ένα παράδειγμα είναι η αναπαραγωγική συμπεριφορά μας. Η συμπεριφορά αυτή καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από ένα λειτουργικό κέντρο που βρίσκεται στον υποθάλαμο του εγκεφάλου όλων των θηλαστικών. Όλα τα έμβρυα δημιουργούνται αρχικά με υποθάλαμο οργανωμένο σύμφωνα με τη συμπεριφορά του θηλυκού. Όμως, κατά την περιγεννητική περίοδο, εφόσον το έμβρυο διαθέτει όρxεις, εκκρίνεται άφθονη τεστοστερόνη η οποία προκαλεί την λεγόμενη αρρενοποίηση του υποθαλάμου. Αυτό έχει ως συνέπεια, όταν το ζώο ενηλικιωθεί, να ενδιαφέρεται για τα θηλυκά που βρίσκεται σε οίστρο. Πέρα λοιπόν από κοινωνικές και άλλες παραμέτρους που την επηρεάζουν, η αρσενική ή θηλυκή συμπεριφορά έχει, ας πούμε, το ανάλογο του hardware.
Άλλα μέρη αυτού του hardware είναι π.χ. η μαθηματική αντίληψη και η ικανότητα της ανάπτυξης ενός γλωσσικού συστήματος. Σε ό,τι αφορά, όμως, τα συναισθήματα, στο πλέον αρχέγονο από εξελικτική άποψη μέρος του εγκεφάλου μας, το μεταιχμιακό σύστημα, φέρουμε hardware που μας ζητά να υπάρχουμε σε αρμονία με το περιβάλλον μας. Η εκτροπή από αυτή την αρμονία φέρνει την προσπάθεια για εξισορρόπηση, δηλαδή συναισθηματικό stress.
Από πού πηγάζει όμως το συναισθηματικό stress; Ίσως από πολλούς παράγοντες, θα ήθελα όμως να επικεντρωθώ αρχικά σε έναν.
Ο άνθρωπος, μαζί με τη μαϊμού και τους πιθήκους, ανήκει στα πρωτεύοντα. Μία σημαντική διαφορά των πρωτευόντων από τα άλλα ζώα, είναι ότι έχουν πολύ ανεπτυγμένη την ικανότητα να αντιληφθούν ότι το άλλο άτομο έχει το δικό του μυαλό, και επομένως τον δικό του τρόπο με τον οποίο βλέπει τα πράγματα.
Αυτή η ικανότητα, το theory of mind που περιέγραψε ο Piaget, λέγεται ότι αποκτιέται σταδιακά στην ηλικία των 4-5 ετών. Αυτό σημαίνει ότι ένα παιδί 3 ετών θεωρεί ότι αν, παραδείγματος χάριν, το ίδιο ξέρει τι έχει μέσα ένα κουτί, γιατί το είδε με τα ίδια του τα μάτια, θα το ξέρει και ο φίλος του ο Θανασάκης που κάθεται παραδίπλα και δεν κοίταξε ποτέ μέσα στο κουτί. Στην ηλικία των έξι ετών
όμως, καταλαβαίνει ότι ο Θανασάκης έχει άγνοια.
Αυτή η ικανότητα του εγκεφάλου των πρωτευόντων αποτελεί δίκοπο μαχαίρι: προσδίδει μεγαλείο αλλά αποτελεί και κατάρα για την ύπαρξή μας. Μεγαλείο, γιατί μας δίνει ανεπτυγμένη ικανότητα για ενσυναίσθηση, να μπαίνουμε δηλαδή στη θέση του άλλου. Κατάρα, γιατί μας δίνει τη δυνατότητα για το ψέμα και την υποκρισία.
Παράδειγμα: οι μαϊμούδες έχουν μια κραυγή που σημαίνει «βρήκα μπανάνες, ελάτε να φάμε» και μια άλλη που σημαίνει «λιοντάρι, την κάνουμε». Κάποιες όμως υποκρίνονται: βγάζουν μια κραυγή για λιοντάρι, και μένουν μόνες για να φάνε όλες τις μπανάνες. Ένας γάιδαρος δεν ξέρει να το κάνει αυτό.
Πριν από πολλά χρόνια, όταν ήμουν στην παθολογική κλινική της κτηνιατρικής σχολής στη Σαραγόσα, έφερε ένας μια μαϊμού για να τις αφαιρέσουμε ένα τεράστιο λίπωμα. Ο ιδιοκτήτης τη συγκράτησε γιατί το ζώο θα πονούσε από το τσίμπημα της βελόνας, και ο καθηγητής της χορήγησε με ένεση ένα ηρεμιστικό. Μετά απομακρύνθηκε από το ζώο, έκανε κάτι άλλο, και το ξαναπλησίασε μετά από ένα λεπτό. Τότε, η μαϊμού τον δάγκωσε. Δηλαδή, μιας και δεν μπόρεσε να αμυνθεί, εκδικήθηκε αργότερα. Σκέφτηκα ότι ποτέ δεν είχα δει τέτοια αντίδραση με χρονοκαθυστέρηση σε ένα σκύλο.
Τα ζώα, πλην των πρωτευόντων, εκφράζουν άμεσα τα συναισθήματά τους. Δεν μπορούν να υποκριθούν. Ο σκύλος μου δεν μπορεί να παίξει πόκερ, γιατί, όταν έχει καλό χαρτί, θα κουνάει την ουρά του. Αυτό είναι, ας πούμε, αδυναμία, αλλά ταυτόχρονα του δίνει ένα πλεονέκτημα.
Χωρίς τα συναισθήματα που νιώθει η μαϊμού που έφαγε τις μπανάνες (ενοχή, φόβος μήπως αποκαλυφθεί κλπ.), ο σκύλος μου έχει πολύ λιγότερες πιθανότητες να χρειαστεί κάποτε ψυχανάλυση. Αυτό πιστεύω πως θαυμάζουμε και ζηλεύουμε στα ζώα όταν λέμε ότι αυτά ξέρουν «απλά να υπάρχουν».
Ας επιστρέψω όμως στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.
To software είναι το λογισμικό, ο τρόπος με τον οποίο ο υπολογιστής επεξεργάζεται τα δεδομένα. Ενώ λοιπόν το hardware όλων των ανθρώπινων εγκεφάλων περιλαμβάνει τη μαθηματική αντίληψη ή την ικανότητα ανάπτυξης γλώσσας, ανάλογα με το software που μας πέρασαν (ή, αργότερα, επιλέξαμε να περάσουμε από μόνοι μας) μπορεί να χρησιμοποιούμε λατινικούς ή αραβικούς αριθμούς για τα μαθηματικά μας, και να μιλάμε αγγλικά, φαρσί ή κινέζικα.
Τέτοιο software, αν και περισσότερο άδηλο, αναπτύσσουμε και για τη συναισθηματική επεξεργασία των ερεθισμάτων που δεχόμαστε, ώστε να γίνουν τελικά αντιληπτά ως βίωμα.
Σε ότι αφορά τον επεξεργαστή, δεν έχω και πολλά να πω. Γεννιόμαστε όλοι με έναν, άλλος με δυνατότερο και άλλος όχι. Σε κάθε περίπτωση, καλά θα κάνουμε να τον χρησιμοποιούμε για να μην πέσει σε αχρηστία, μιας και δεν υπάρχει δυνατότητα να αγοράσουμε άλλον. Βέβαια, με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης (π.χ. με το κινητό ως εξωτερικό σκληρό δίσκο με χώρο αποθήκευσης μνήμης αλλά και με επεξεργαστή) μπορούν να γίνουν λίγα ή και πολλά περισσότερα, αλλά αυτό το ζήτημα δεν είναι του παρόντος.
Και φτάνω στο κυρίως ζήτημα στο οποίο θα ήθελα να αναφερθώ, αυτό των δεδομένων. Όπως ανέφερα προηγουμένως, όλα τα στοιχεία του εγκεφάλου μας επεξεργάζονται δεδομένα. Όμως, το ποια δεδομένα είναι αυτά, είναι καθοριστικό. Τόσο καθοριστικό, όσο όταν λύνουμε μία εξίσωση· ανεπαρκή δεδομένα δεν μας επιτρέπουν να τη λύσουμε. Ακόμη χειρότερα, λάθος δεδομένα θα οδηγήσουν σε λάθος αποτέλεσμα, όσο σωστή και αν είναι η επεξεργασία τους.
Έχουμε αναρωτηθεί ποτέ πώς ξέρουμε ότι είμαστε π.χ. κοντοί στο ύψος; Το ξέρουμε γιατί έχουμε δει πολλούς άλλους ανθρώπους, και το ύψος καθενός από αυτούς είναι ένα δεδομένο. Τι άποψη θα είχε για το ύψος του ένας άνθρωπος που μεγάλωσε μόνος σε ένα ερημικό νησί; Ίσως να ήξερε ότι είναι ψηλό ή κοντό πλάσμα, αλλά τι ύψος θα είχε ως άνθρωπος;
Ας φανταστούμε τώρα έναν άνθρωπο που μεγάλωσε από βρέφος σε ένα λευκό δωμάτιο, χωρίς καθόλου δεδομένα. Αυτός ο άνθρωπος δεν θα θεωρεί ότι είναι ούτε ψηλός ούτε κοντός, ούτε έξυπνος ούτε βλάκας, ούτε ωραίος ούτε άσχημος, ούτε καλός ούτε κακός. Αυτός ο άνθρωπος, ως προσωπικότητα, σχεδόν αδυνατεί να «είναι».
Συνεπώς το περιβάλλον, με τα δεδομένα που μας τροφοδοτεί, παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της αντίληψής μας και της προσωπικότητάς μας. Με ένα απλό παράδειγμα, αν λες ανέκδοτα και όλοι ξεκαρδίζονται, θα πιστέψεις ότι είσαι χιουμορίστας. Αν δεν έχει γελάσει ποτέ κανείς, θα πιστέψεις ότι δεν το έχεις, και θα πάψεις να λες ανέκδοτα.
Προφανώς, τα πρώτα δεδομένα που εισέρχονται στο σύστημα παίζουν καθοριστικό ρόλο, ενώ αυτά που εισέρχονται αργότερα παίζουν όλο και μικρότερο ρόλο, ανάλογα βέβαια και με τη βαρύτητά τους. Αν οι πρώτοι δύο άνθρωποι που δεις ως βρέφος είναι νάνοι, ήδη διαμόρφωσες αντίληψη για το ύψος των ανθρώπων. Αν όμως έχεις δει πρώτα ένα εκατομμύριο γίγαντες και μετά δεις τον πρώτο σου νάνο, ο νάνος αυτός και πάλι θα επηρεάσει την αντίληψή σου για το μέσο ύψος των ανθρώπων, αλλά πολύ λιγότερο.
Αυτός είναι ο λόγος που πάντα η παιδική ηλικία και οι γονείς παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας. Αποτελούν τα πρώτα δεδομένα μας, και χρωματίζουν το γυαλί μέσα από το οποίο βλέπουμε τον κόσμο. Από το δικό τους συναισθηματικό κόσμο μαθαίνουμε τα συναισθήματα. Και όσο πιο ατελείς είναι ως άνθρωποι, τόσο πιο ατελή είναι και τα δεδομένα που μας έδωσαν.
Τα δεδομένα μας βρίσκονται αποθηκευμένα στον εγκέφαλό μας. Πρόκειται για ερεθίσματα που ο εγκέφαλος επεξεργάζεται λογικά, συναισθηματικά, ή με άλλους τρόπους, και το προϊόν της επεξεργασίας το αποθηκεύει, αν το κρίνει απαραίτητο, ως μνήμες. Αν αποτελούν μνήμες που μπορούμε να ανακαλέσουμε και με κάποιο τρόπο να τις περιγράψουμε, είναι η συνείδησή μας. Αν είναι μνήμες που δεν μπορούμε να τις περιγράψουμε παρότι παίζουν ρόλο στην προσωπικότητά μας, είναι το υποσυνείδητο και το ασυνείδητό μας.
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι, αφού συνεχώς προστίθενται νέες εμπειρίες, όλα στον εγκέφαλό μας είναι αναπόφευκτα ρευστά. Δεν είναι λοιπόν έξυπνο να λέμε «έτσι είμαι εγώ». Με την τέλεια(;) αυτογνωσία, ίσως μπορούμε να πούμε «έτσι είμαι εγώ σήμερα».
Είναι μάταιο να αντιστεκόμαστε σε αυτή τη ροή, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να αλλάζουμε ερήμην μας. Όταν όμως κάποιος ενδιαφέρεται να παρακολουθεί αυτές τις αλλαγές, αποκτά δύο πλεονεκτήματα. Το ένα είναι ότι έχει τη δυνατότητα να συμμετάσχει ενεργά σε αυτή τη ροή, κάνοντας κάποιες επιλογές ως προς τις επιρροές που θα δεχθεί (το ρόλο αυτό αναλάμβαναν οι γονείς μας όταν έλεγαν «να προσεχείς τις παρέες σου»). Το άλλο, είναι ότι μπορεί να συνειδητοποιήσει πως δεν μπορεί να επηρεάσει απόλυτα αυτή τη ροή, οπότε μένει η αποδοχή (γεια σου Βασίλη) και η προσαρμογή. Ίσως γι’ αυτό η προσαρμοστικότητα θεωρείται ύψιστη έκφανση της ευφυΐας.
Σε ό,τι αφορά λοιπόν το αν κάποιος έχει ανάγκη την ψυχανάλυση ή όχι, και αφού ξεκαθάρισα, όσο οι δυνάμεις μου το επιτρέπουν, τη σημασία των δεδομένων, θα έλεγα το εξής: αν πιστεύεις ότι είχες την τέλεια εμπειρία στη ζωή σου, με γονείς, αδέρφια, φίλους, δασκάλους κλπ. που αποκρίθηκαν σε κάθε περίσταση με άψογο τρόπο και σου παρείχαν τα τέλεια συναισθηματικά δεδομένα, είναι περιττή η ψυχανάλυση. Ζεις ήδη με την απόλυτη τέχνη ζωής στον αυτόματο πιλότο, δηλαδή δεν αναλύεις τίποτα και απλά υπάρχεις αρμονικά με το περιβάλλον.
Επειδή όμως τα δεδομένα ποτέ δεν είναι τέλεια και πάντως αποκλείεται να είναι πλήρη, εγώ θα έλεγα πως κάθε άνθρωπος θα πρέπει να κάνει την ψυχανάλυσή του κάποια στιγμή. Στην αρχή της διαδρομής θα νιώσει την ατέλεια των δεδομένων του, και αυτό είναι από μόνο του συγκλονιστική εμπειρία.
Κάπου εδώ εντοπίζεται πιστεύω και η πηγή της άρνησής μας για την ψυχανάλυση, άρνηση που είναι πιστεύω απόλυτα φυσιολογική. Με την ψυχανάλυση, θα κληθούμε να απορρίψουμε κομμάτια του εαυτού μας, προτού τα αναδομήσουμε. Όμως η απόρριψη του εαυτού είναι δύσκολη. Άλλωστε, η απόλυτη εκμηδένιση του εγώ είναι ο ίδιος ο θάνατος.
Όσοι κάνουν ψυχανάλυση καλούνται λοιπόν, πριν ξαναχτίσουν, πρώτα να πενθήσουν. Όλοι βιώνουν στην αρχή αυτό το συγκλονιστικό συναίσθημα. Είναι πολύ επώδυνο αυτό, και κατανοητό γιατί οι περισσότεροι το αποφεύγουν.
Αν πάντως κάποιος καβατζάρει αυτό τον κάβο, θα αρχίσει να βιώνει τις καινούριες εμπειρίες με περισσότερη ελευθερία, και επομένως με πιο πλήρες νόημα. Θα αρχίσει δηλαδή να εμπλουτίζει ένα πιο νεανικό μυαλό με νέα δεδομένα.
Στη συνέχεια, βέβαια, ίσως ανακαλύψει ότι η προσπάθεια για συλλογή άπειρων ορθότερων δεδομένων είναι μάταιη. Σε αυτό το σημείο το μυαλό κάποιων μπορεί να πάθει παράλυση από την πολλή ανάλυση. Πράγματι, δεν πρέπει κάποιος να μπει σε αυτή την ατραπό.
Όμως, το φάσμα ακριβώς αυτής της παράλυσης δίνει μια ευκαιρία: να συνειδητοποιήσει ο άνθρωπος ότι είναι και ο ίδιος ένα ατελές ον, όπως και οι γονείς του και όλοι οι άλλοι. Τότε, θα πάψει να καθιστά τους γονείς, τους πρώην και νυν ερωτικούς συντρόφους και την κοινωνία ολόκληρη ενόχους για την κατάστασή του, γιατί και οι άλλοι είχαν ατελείς γονείς, παππούδες, κοκ. Ψάχνοντας ενόχους, γυρνάς τόσο πίσω στο παρελθόν, που θα φτάσεις στον Αδάμ και την Εύα.
Το πιθανότερο πάντως είναι ότι δεν θα χρειαστεί κάποιος να φτάσει στους πρωτόπλαστους για να πιάσει το νόημα. Έχοντας διανύσει μόνο μέρος της διαδρομής, θα είναι έτοιμος για την αποδοχή και τη συγχώρεση. Και δεν είναι απαραίτητο το ταξίδι να σταματήσει εκεί· στη συνέχεια, ενδεχομένως με τη βοήθεια του διαλογισμού, ίσως κάποιος φτάσει στα τελευταία στάδια, ίσως γνωρίσει ακόμη και τη συμπόνια για όλα τα πλάσματα.
Κάπως έτσι, βήμα-βήμα, σχηματίζεται μια διαδρομή που μας βοηθά να πλησιάσουμε στον τίτλο του κειμένου, που είναι και το ζητούμενο· «η ζωή δεν είναι πρόβλημα που σε καλεί να το λύσεις, είναι εμπειρία που καλείσαι να βιώσεις».
Με αυτή τη λογική, η ψυχανάλυση μπορεί να γίνει ο δρόμος που προτείνει ο δυτικός πολιτισμός για να φτάσει κανείς στην αλήθεια, την ίδια αλήθεια που προτείνει και ο ανατολικός πολιτισμός. Κάπου εκεί, ίσως αμβλύνεται και η όποια αντιπαράθεση μεταξύ δύσης και ανατολής για την προσέγγιση του κόσμου.
Άλλωστε, αν στο τέλος της διαδρομής αποκαλύπτεται το όλον, δεν θα πρέπει να έχει σημασία από ποιο μέρος του όλου ξεκίνησε ο καθένας. Όπως λέει και ο Γκιμπράν, «να μη λες ότι βρήκες την αλήθεια, να λες ότι βρήκες μία αλήθεια».
Δίνει λοιπόν μια ευκαιρία η ψυχανάλυση, να πλησιάσεις περισσότερο στην αλήθεια για τον εαυτό σου. Χάρη σε αυτή την ευκαιρία, μπορούμε να ζήσουμε σίγουρα καλύτερα, πρώτα για τον εαυτό μας και μετά και για τους άλλους. Δίνει την ευκαιρία να βιώσεις τη ζωή πιο όμορφα, κάνοντας καλό πρώτα στον εαυτό σου αλλά ταυτόχρονα και στους γύρω σου, απλά υπάρχοντας. Αν σε ενδιαφέρει αυτό, γιατί να το αφήσεις για αργότερα; Η ζωή δεν γυρίζει πίσω.
Η εμπειρία μου από συζητήσεις με φίλους, είναι ότι όσοι έκαναν πετυχημένη ψυχανάλυση, σταθερά περνούν από τη φάση που εύχονται να την είχαν κάνει νωρίτερα. Εγώ δεν αποτελώ εξαίρεση. Λίγοι όμως το αποφασίζουν.
Οι περισσότεροι ξεκινούν επί κρίσεως, βρισκόμενοι σε κάποιο αδιέξοδο. Αν έτσι έρθουν τα πράγματα, δεν πειράζει· όμως νομίζω πως δεν είναι ο σοφότερος δρόμος. Το αδιέξοδο σημαίνει ψυχική φόρτιση, ίσως και εξάντληση, που καθιστούν τις αλλαγές δύσκολες και επώδυνες. Είναι βέβαια εφικτές, αλλά γιατί να τις κάνουμε the hard way;
Στους δύο νέους που έχω την τιμή να μου επιτρέψουν το ρόλο του μέντορα στη ζωή τους, το Στέλιο και το Δημήτρη, τους πρότεινα να ξεκινήσουν την ψυχανάλυσή τους με την ενηλικίωση. Είναι μια εξαιρετική στιγμή για να αναθεωρήσεις τα δεδομένα σου, πριν ριχτείς ελεύθερα στην εμπειρία της ζωής και αρχίσεις να παίρνεις αποφάσεις με καθοριστική σημασία για εσένα και τους γύρω σου.
Σε ό,τι αφορά το πώς διακρίνουμε τον καλό ψυχολόγο, θα έλεγα ότι καλός είναι ο ψυχολόγος που δεν δίνει απαντήσεις. Αν δίνει απαντήσεις, καλό θα ήταν να τον αποφύγει κανείς. (Όπως δηλαδή και με τους υπόλοιπους ανθρώπους.) Γιατί κανένας δεν έχει τις απαντήσεις που αναζητούμε, ούτε καν αν είναι ψυχολόγος. Αν εμείς δυσκολευόμαστε να αναγνωρίσουμε τα δεδομένα μας, σιγά μη βοηθήσει ο ψυχολόγος που δεν τα γνωρίζει καν.
Στη συνεδρία δεν πάμε για να συναντήσουμε τον ψυχολόγο. Πάμε για να συναντήσουμε τον εαυτό μας. Ο ψυχολόγος παίζει το ρόλο του μεσολαβητή, και αυτό μπορεί να το πετύχει κάνοντας ερωτήσεις. Αν είναι καλός, θα κάνει τις σωστές ερωτήσεις τη σωστή στιγμή. Τις απαντήσεις τις δίνουμε εμείς οι ίδιοι.
Με λίγη εμπειρία, γίνεται εύκολο να διακρίνουμε αν οι απαντήσεις μας είναι οι σωστές. Αν είναι οι σωστές, νιώθουμε γαλήνη. Αν δεν είναι, νιώθουμε περίπου όπως νιώθαμε όταν πρωτοπήγαμε στον ψυχολόγο: συναισθηματική ανισορροπία. Αυτό το κριτήριο είναι πάντα σωστό, διότι το hardware που διαθέτουμε αποστρέφεται το stress.
Κλείνοντας, θα ήθελα να απευθυνθώ στο φίλο Γιώργο Ζ. στο Στέλιο και το Δημήτρη, τα δύο «παιδιά μου», και σε όποιον άλλο αναγνώστη, και να σας παρακαλέσω να μην ασπαστείτε τίποτε από τα παραπάνω αν δεν νιώθετε πως είναι καλό για εσάς, όσο και αν μοιάζει να το υποστηρίζω με «καλά» επιχειρήματα. Στο κάτω της γραφής, σε όλη αυτή την προσωπική διαδρομή αφιέρωσα χρόνο και, αναπόφευκτα, κάποια χρήματα. Αν θέλετε λοιπόν, μπορείτε ακόμη και να αποδομήσετε το σύνολο της σκέψης μου και να θεωρήσετε ότι όλα τα παραπάνω δεν είναι παρά σκεπτομορφές που δημιούργησα για να δικαιολογήσω αυτή την επένδυσή μου.
Τέλος, θα ήθελα να ζητήσω συγγνώμη αν τυχόν το κείμενο τούτο έχει για κάποιους ύφος διδακτικό, σαν να μιλάω από μια πλεονεκτική θέση που έχω κατακτήσει. Δεν είναι έτσι. Προσπάθησα μόνο να περιγράψω μια διαδρομή που στο τέλος της συναντά κανείς μόνο μυθικές μορφές όπως ο Σίβα, ο Βούδας, ο Ιησούς ή ίσως ο Γκιλγκαμές. Εγώ την ξεκίνησα από αρκετά βαθύ σκοτάδι και βρίσκομαι απλά σε κάποιο σημείο της. Αν έδωσα λοιπόν άλλη εντύπωση, σίγουρα οφείλεται σε κάποιο περίσσευμα ναρκισσισμού που, με τη βοήθεια της ψυχολόγου μου, πιστεύω ότι έχω μεν περιορίσει, αλλά σίγουρα δεν έχω ακόμη υπερνικήσει😊
Γ.Ζ.
(Αγαπητέ φίλε, πολύ ενδιαφέροντα αυτά που γράψατε, όπως και τα κείμενα των φίλων που έγραψαν για το θέμα. Να είστε καλά. Την αγάπη μου.)
Το pitsirikos.net χρειάζεται τη βοήθειά σου
Στήριξε οικονομικά το pitsirikos.net, αν θεωρείς πως καλό είναι να υπάρχουν στην Ελλάδα και κάποιες φωνές που δεν δουλεύουν για τον Μαρινάκη, τον Αλαφούζο, τον Σαββίδη και τα άλλα παιδιά, οπότε μπορεί να διαβάσεις ή να ακούσεις κάτι διαφορετικό από αυτό που συμφέρει τους ολιγάρχες. Οι τρόποι στήριξης εδώ.