Ο Πιτσιρίκος φαντάρος

Ο Πιτσιρίκος φαντάρος
Έγινε επιστράτεψη στου Αιγαίου τα λημέρια
και τα παλικαρόπουλα κληθήκαν να ντυθούνε
με το χακί, με τ’ όπλο τους, το κράνος στο κεφάλι
να πα να πολεμήσουνε μια μέρα, μιαν αυγούλα.

Κλαίνε μανούλες και παιδιά, κλαίνε κι οι συμπεθέρες,
κλαίνε κουμπάροι, αδερφοί, κλαίνε και ανιψούδια
που χάνουν παλικάρια τους για τη μεγάλη αμάχη.

Ένα πιτσιρικόπουλο στης θάλασσας την άκρη
τίποτα δε χαμπάριασε απ’ την αναμπουμπούλα.

Μιλούσε με τα κύματα, τον ήλιο, το φεγγάρι.
Γλαρόπουλο εσίμωσε πα στη χρυσή αμμούδα
μαύρα μαντάτα φέρνοντας στο έρμο πιτσιρίκι.

Δε κελαηδούσε σα πουλί μηδ’ έκρωζε σα γλάρος,
μον’ εμιλούσε κι έλεγε μ’ ανθρωπινή λαλίτσα:

-Σήκω πιτσιρικόπουλο, τί λιάζεσαι καημένο;
Μεγάλη αμάχη γίνεται στ’ς Ανατολής τα μέρη.
Αυτό το σώμα το γυμνό χακί θε να το ντύσει
τουφέκι μαύρο κι άραχνο θα το στολίσει τώρα
λεβέντικα, περήφανα να πα να πολεμήσει.

-Τί λες, ωρέ γλαρόπουλο, κακό μαντάτο φέρνεις,
σ’ είχα για σύντροφο καλό, γλυκομαντατοφόρο.

Αυτό το σώμα που θωρείς δεν είναι για αμάχες,
δεν του ταιριάζει το χακί μηδέ κακό τουφέκι,
η θάλασσα το σμίλεψε και το γαλάζιο κύμα,
ο ήλιος το εχρύσωσε, τ’ άστρα και το φεγγάρι.

Εγώ με λέξεις πολεμώ, όχι με τα τουφέκια.
Ώσπου να ειπεί, να καλοειπεί, να καλοκουβεντιάσει
ανθρώπων μπόγιες φάνηκαν, εργάτες του πολέμου
και το παλικαρόπουλο σηκώσαν με τη βία.

Ένας το πιάνει απ’ το μηρί, άλλος από τον ώμο
κι ο τρίτος ο ψηλότερος το ντύνει φανταράκι
με τη στολή την άχαρη, χακί ζουρλομανδύα
πιο ταιριαστός για να γενεί στην τρέλα του πολέμου.

Κλαίνε οι γλάροι, τα πουλιά, κλαιν’ τα θαλασσοπούλια,
τα κουβαδάκια στην ακτή, βότσαλα και καβούρια
και τα ψαράκια στο βυθό, σαρδέλες, κουτσομούρες.

Κλαιν’ τα βιβλία ένα σωρό, σελίδα τη σελίδα
οπού εμείναν έρημα κι η αύρα τα χαϊδεύει.

Κλαίει η Μαρία στην ξενιτιά, η Φωτεινή, η Ματίνα
κλαίνε οι φίλοι όλοι του μπλογκ, στα Γιάννενα η Σταυρούλα.
Κλαίει κι Γιώργος στην Τουρκιά, μαζί κι ο Παρμενίδης.

Τον πιτσιρίκο χάνουμε, τον πιτσιρίκο κλαίμε,
φαντάρο τονε πήρανε στης Αραπιάς τα μέρη.

Ας με συγχωρήσουν οι φίλοι του μπλογκ που δεν τους συμπεριέλαβα ονομαστικά στο ποίημα. Λόγοι ποιητική οικονομίας και λογοτεχνικού ενστίκτου με οδήγησαν στη ολοκλήρωση αυτής της αριστουργηματικής σύνθεσης.

Φιλιά

Μερόπη

(Αγαπημένη Μερόπη, έξοχο το ποίημα. Μερόπη, είμαι πανέτοιμος για επιστράτευση και θα πολεμήσω για την πατρίδα μέχρι την τελευταία ρανίδα του αίματός μου, αλλά δεν θα φορέσω το χακί γιατί υποθέτω πως θα με καλέσουν στο Πολεμικό Ναυτικό, αφού έκανα την θητεία μου -πάνω από δυο χρόνια- στο Πολεμικό Ναυτικό. Οπότε, Μερόπη, και στον πόλεμο πάλι στην θάλασσα θα είμαι. Θα είμαι ο Ναύτης του Αιγαίου.

Μερόπη, πρέπει να με δεις ντυμένο ναύτη. Είμαι η περηφάνια του έθνους. Μόλις επιστρέψω στην Αθήνα, θα φορέσω την στολή -την έχω φυλάξει-, για να δω αν μου κάνει ακόμα.
Να είσαι καλά. Την αγάπη μου.)

Το pitsirikos.net χρειάζεται τη βοήθειά σου

Στήριξε οικονομικά το pitsirikos.net, αν θεωρείς πως καλό είναι να υπάρχουν στην Ελλάδα και κάποιες φωνές που δεν δουλεύουν για τον Μαρινάκη, τον Αλαφούζο, τον Σαββίδη και τα άλλα παιδιά, οπότε μπορεί να διαβάσεις ή να ακούσεις κάτι διαφορετικό από αυτό που συμφέρει τους ολιγάρχες. Οι τρόποι στήριξης εδώ.

H αναδημοσίευση των κειμένων του pitsirikos.net επιτρέπεται μόνο κατόπιν άδειας. Επικοινωνήστε στο pitsiriko@gmail.com.