Περί πανδημικών νέων

Φίλε πιτσιρίκο,
Επίτρεψέ μου μια τοποθέτηση περί των τρεχούμενων ζητημάτων και κατ’ επέκταση περί των νέων ανθρώπων μέσα στις παρούσες συνθήκες, όπως αυτές ξετυλίγονται.

Κατ’ αρχάς, επιτρέψτε μου να προσπαθήσω να ξεκαθαρίσω κάποιες συγχύσεις.

Όχι τίποτα άλλο, απλά νιώθω καμιά φορά ότι η πολλή σπέκουλα και οι αμφισβητήσεις παντός τύπου και καιρού, καταλήγουν σε άστοχες αποδομήσεις, δίχως καμία ουσία.

Μια πανδημία λοιπόν έχει να κάνει με μια επιδημική ασθένεια η οποία εξαπλώνεται σε διάφορες ηπείρους ή παγκοσμίως, επηρεάζοντας ένα σημαντικό αριθμό ανθρώπων.

Η συγκεκριμένη ασθένεια λοιπόν, που μπήκε άξαφνα στις ζωές μας στα τέλη του περασμένου χρόνου, έχει ήδη εξαπλωθεί παγκοσμίως, αν δεν κάνω λάθος σε όλες τις γνωστές ηπείρους μας, έχει μολύνει εκατομμύρια ανθρώπους -άγνωστος ο ακριβής αριθμός, για λόγους και αιτίες που έχουν διατυπωθεί και στο μπλογκ-, σκοτώνοντας ήδη σχεδόν 320.000 ανθρώπους.

Ας μην μακρηγορήσω για το πώς καταγράφονται οι θάνατοι, αν είναι μια ακόμη είδους γρίπης (δεν είναι), η θνησιμότητα είναι μικρή (επίσης δεν είναι) κ.ο.κ.

Δεν θέλω να σταθώ επίσης ούτε στην υποκρισία της σημασίας αυτών των θανάτων και όχι άλλων (πείνα, πόλεμοι, καταστροφές). .

Τσιλάρετε παιδιά, είμαστε ακόμα στο introduction.

Επίσης, το γεγονός ότι στην Ελλάδα, την σκαπουλάραμε προσωρινά ή πέρασε και δεν ακούμπησε όπως λέγεται, είναι άλλο ζήτημα το οποίο δεν έχω διάθεση να ασχοληθώ στην παρούσα φάση.

Παρότι όλοι πιάστηκαν στον ύπνο με την κατάσταση αυτή, δεν μπορούμε να διαφωνήσουμε με τα δεδομένα, τα οποία μιλάνε για μια ασθένεια ή οποία είναι πολύ μεταδοτική και, επίσης, ξεχνάμε ότι ακόμη βρισκόμαστε στο πρώτο κύμα της.

Άγνωστο το πόσα κύματα θα ακολουθήσουν και για πόσο καιρό.

Ίσως να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε σε χρόνια την όλη κατάσταση παρά μήνες.

Κατανοώ πως κανέναν δε βολεύει αυτή η σκέψη, αλλά την έχουμε γ@μήσει προ πολλού, οπότε μην χολοσκάτε τώρα με ένα τόσο δα μικρόβιο.

Ένα ζήτημα που απορρέει λοιπόν από αυτή τη παγκόσμια συνθήκη, είναι ότι από τη μια , είναι ένα πράγμα η αμφισβήτηση της ίδιας της πανδημίας και ένα δεύτερο, η αμφισβήτηση της αντιμετώπισής της.

Πιάστηκαν οι καρποί πολλών να γράφουν για το πώς διαχειρίζεται το ζήτημα η παγκόσμια ελίτ -η οποία σαφώς και αυτή πιάστηκε στα πράσα μέσα στην λαίμαργη ονείρωξή της-, το τι σκοπεύουν να μας κάνουν, ποιες είναι οι ευκαιρίες που εμφανίζονται με τις παρούσες συνθήκες για περαιτέρω ολοκλήρωση της τεχνο-ολοκληρωτικής φαντασίωσης κλπ .

Πιστεύω όμως πως κοροϊδεύουμε τον κόσμο και τους εαυτούς μας, με το να επαναλαμβάνουμε τα τσιτάτα περί ελευθερίας, υπέρμετρων και αδικαιολόγητων μέτρων, ανυπαρξίας δημόσιας υγείας κλπ.

Συγγνώμη , μεγάλοι-και μικροί- μου κυρίες και κύριοι , αλλά ο δρόμος για αυτή την απρόβλεπτη κατάσταση είχε στρωθεί ήδη προ πολλού, όταν κάποιοι -νέοι- από εμάς δεν είχαμε καν γεννηθεί.

Αυτό που ζούμε τώρα, εμείς το προκαλέσαμε σε εμάς, o Covid 19 μια χαρά άραζε μέσα στα σωθικά της νυχτερίδας ή του παγκολίνου ή όπου σκατά βρισκόταν τέλος πάντων.

Ας αφήσουμε για μια στιγμή στην άκρη το κουτσοχώρι την ωραία (αγ)ελλαδίτσα μας και το βρωμο-συνάφι κυβερνώντων και λαουτζίκου και ας υποθέσουμε σαν να έχουμε θέα τη Γη από το μπαλκόνι μας σε ένα εξοχικό στη σελήνη. Τι βλέπουμε ακριβώς;

Πέφτουμε τώρα δίχως βαρύτητα από το διάστημα και απορούμε για την ανελευθερία των κοινωνιών μας, την άβουλη και άσκοπη ύπαρξη των μαζών, να ρημάζουν, να αρπάζουν και γενικά να φυτοζωούν χωρίς ιδιαίτερο νόημα, πέρα από τα πακετάκια ζωής και θανάτου που πλασάρονται ανά εποχή και ανά μόδα;

Και στην τελική τι ζητάμε ακριβώς και από ποιον;

Από μια παρανοϊκή ελίτ, να κάνει τι ακριβώς;

Να γίνουν οι μεσσίες μας για να μας μεταφέρουν δια της τεχνολογικής μαγείας σε μια επίγεια επαγγελία, ένα νεωτεριστικό κήπο της Εδέμ, πίσω στη μεσαία πτυχή του πίνακα του Bosch;

Και γιατί οι νέοι μπαίνουν πάλι στο στόχαστρο;

Είναι παράλογο και ειρωνικό να αναμασάμε τσιτάτα περί δικαιωμάτων και ελευθερίας σε μια ιστορική εποχή, η οποία τείνει, εδώ και αρκετό καιρό, να στροβιλίζεται σε ένα χαοτικό χώρο-χρονικό συνεχές και που τη δεδομένη στιγμή, τουλάχιστον στη Δύση, αυτά τα ζητήματα έχουν δυνητικά επιλυθεί.

Είσαι ελεύθερος να φας όσο και ό,τι παγωτό θες, να πάρεις ότι ναρκωτικά θες, να διαλέξεις ελεύθερα για ποιανού το τομάρι θα σκάβεις μέρα νύχτα. Συνήθως, επιλέγετε το ο καθείς σκάβει το λάκκο του. Παρακάτω.

Δε νομίζω οι παλιότεροι να ξεχνάνε, το ανέμελο ατένισμα της δεκαετίας του ’90 προς τη νέα χιλιετία, μια νέα χιλιετία η οποία υποσχόταν, το τέλος της Ιστορίας, την συνέχεια και την αύξηση της ευημερίας, την ολική ρευστοποίηση και απελευθέρωση, δικαιωμάτων, ηθών, αξιών για Δύση και Ανατολή κ.ο.κ.

Είναι πέρα για πέρα παράλογο, να περιμένουμε από τις κοινωνίες ή τον άνθρωπο να βρει την ελευθερία και έπειτα με τη σειρά του σαν άλλος μυθικός ήρωας – Σπάρτακος ή Προμηθέας λ.χ- να ελευθερώσει και την υπόλοιπη πλέμπα.

Είναι παραίσθηση και ψευδαίσθηση ότι κάποια μέρα, με τον αγώνα και την συνειδητοποίηση των πολλών θα φτάσουμε σε μια ελεύθερη κοινωνία όπου θα τρέχουμε όλοι ανέμελοι σε παραλίες και λιβάδια κάνοντας έρωτα και δημιουργώντας υψηλή τέχνη, ενώ τα ρομπότ θα μας ταΐζουν σταφύλια βιολογικά.

Δεν μπορεί να υπάρξει αυτό το πράγμα και καλό είναι να χωνευτεί όσο νωρίτερα γίνεται, γιατί τόσο καλύτερα περνάς μετά χωρίς τις αυταπάτες και τους ευσεβείς πόθους περί ουτοπίας και ελευθερίας της κοινωνίας.

Επίσης, κανείς δε χρειάστηκε τη μάζα για να προχωρήσει την ανθρωπότητα προς τα εμπρός.

Οι μειονότητες και ένα μάτσο αλλοπαρμένοι ήταν πάντοτε αυτοί που κάνανε τους αγώνες, που μάτωσαν, που κάτσανε σκέφτηκαν και δούλεψαν το πώς θέλουν να ζήσουν και στο τέλος, πέθαναν όπως και όλοι οι υπόλοιποι, πολλές φορές νωρίτερα από το προσδόκιμο και άλλες φορές έχοντας θυσιάσει τα πάντα για τον στόχο και το όραμά τους.

Οι περισσότεροι από εμάς τα βρήκαμε έτοιμα, από “δικαιώματα” και “ελευθερίες”, μέχρι το ρεύμα και το ίντερνετ με το οποίο επικοινωνούμε με τόση άνεση σήμερα.

Εξίσου παράλογο είναι λοιπόν να ζητάει κάποιος από τους σημερινούς νέους το να είναι παρόντες, και μέσα στα πράγματα, κάνοντας μια νέα ανατροπή.

Από ποιους ζητάμε ακριβώς τι;

Αυτούς που είναι όλη μέρα στα τσατ και τα instagram, βγάζοντας σέλφι τη μιζέρια τους, τους σερβιτόρους της γηραιάς ηπείρου που αφού η Αριστερά τους πρόδωσε το 2015 μετά τα νταούλια στο Σύνταγμα, είπαν να κάνουν την επανάσταση, παίρνοντας το καράβι για την πρώτη εύκολη/γρήγορη ανταμοιβή ή για την ανάπαυλα με το αγόρι/κορίτσι τους;

Δεν με εξαιρώ διόλου από αυτές τις κατηγορίες, την πάτησα κι εγώ, πιτσιρίκο, αρκετές φορές την δεκαετία που μας πέρασε – πέρα από το γεγονός ότι τη μέρα του δημοψηφίσματος, μου είχε φανεί τόσο ψέμα η όλη κατάσταση ήδη καιρό πριν που, απλά, αδιαφόρησα μέσα στη μαστούρα, χαμένος στην αγαπημένη μου μουσική.

Απλά, παρατηρώ ότι, αν θέλουμε να μιλήσουμε για το κωλοχώρι μας πάλι, είναι η αλήθεια – που έχεις αναφέρει κάπου παλαιότερα φίλε πιτσιρίκο και αυτό το καταλαβαίνω στο πετσί μου, όσο περισσότερο καιρό περνάω εδώ στο χωριό μας- ότι οι μεγάλοι και οι γηραιότεροι, δύσκολα αφήνουν τις θέσεις τους για να εμφανιστούν νέα πρόσωπα στο προσκήνιο.

Βλέπετε και ίσως κάποιοι από σας να παρατηρείτε, όσο μεγάλα και ελευθέρα μυαλά και αν θεωρείτε πως είστε, πως το γήρας ξεμωραίνει και σε συνδυασμό με την εποχή την οποία διανύουμε, πολλοί από σας ξυπνήσατε αφού το όργιο του εικοστού αιώνα έβαινε στο τέλος του, με ένα κεφάλι άδειο και συνάμα γεμάτο βεβαιότητες, σοφότεροι και αγνότεροι πλέον τώρα, να κουνήσετε ακόμη μια φορά το δάχτυλο για εμάς τους νέους.

Επίσης, το ότι η νέα μάζα θέλει παραλία, καφέ στο χέρι, σουβλάκι στο στόμα, τραπ, μόστρα και Yolo αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν άλλοι τρελοί εκεί έξω -νέοι και μη- που ζούνε με δεσμά, με αγώνα για να τα σπάσουν, ήδη ελεύθεροι, ζούνε όμως.

Υπό αυτές τις συνθήκες, υπό αυτά τα “ανήκουστα μέτρα” που κανείς δεν αμφισβήτησε, υπό αυτή την ταλαίπα που πληρώνουμε τώρα για τα γαμησιάτικα των γονιών μας -και των Κινέζων χαχαχα!-, και του ανθρώπου γενικότερα που όχι μόνο χρήμα δεν χορταίνει, ούτε το σύμπαν όλο να του βάλεις στο πιάτο.

Και μιλώντας για τα ανήκουστα μέτρα και την μεσαιωνική προσέγγιση σε όλη την κατάσταση.

Η πρόταση του να τους γ@μήσουμε την Παναγία, στέκει πιστεύετε στην παρούσα φάση;

Σαν το ΠΑΜΕ δηλαδή να κάνουμε, “επαναστατική γυμναστική” με αποστάσεις ακριβείας και ασφαλείας;

Βρέθηκα το πρώτο πρωινό της απαγόρευσης κυκλοφορίας αλλά και τις επόμενες εβδομάδες, στo κέντρο της Αθήνας, να περιδιαβαίνω τους δρόμους με καμιά ψυχή γύρω μου και τη δική μου στο στόμα, με μπάτσους σε κάθε γωνία, drone πάνω από το κεφάλι μου και ένα πιστοποιητικό εργασίας στη τσέπη -γελάει και το μουστάκι του Στάλιν- μη τυχόν και είναι αδικαιολόγητη η έξοδος από την κουνελο-φωλιά μου.

Εδώ τι αντίσταση χωράει ακριβώς;

Ή μήπως έπρεπε να φτιάξουμε το event δια μέσω Facebook για μαζικό κάλεσμα;

Ή μήπως η “αντίσταση” που έγινε σε Αγία Παρασκευή, Κυψέλη, Λάρισα και αλλού, με ποτό και μπύρα στο χέρι, γιατί βρε παιδί μου 2 μήνες μέσα ήμασταν, σκάσαμε σαν παιδιά και μεις, ε ας ξεχαστούμε τώρα και μετά σκάσανε και οι μπάτσοι να μας κάνουν παρέα και να τον πιούμε όλοι μαζί.

Για να μην μακρηγορήσω, ο νέος – και μη- μεταμοντέρνος άνθρωπος, δεν ξέρει τι θέλει, δεν ξέρει ούτε τι δεν θέλει αλλά ούτε θέλει να ξέρει συνήθως τις περισσότερες φορές -πέρα από το ότι δεν ξέρει σχεδόν πότε τι του γίνεται- δεν έχει μάθει να αγαπά τη μοναξιά του, και συντριπτικά αυτό το γεγονός, τον έχει οδηγήσει στο να είναι βαριά άρρωστος, ίσως πλέον σε ένα αυτοκαταστροφικά τερματικό στάδιο, θα δείξει.

Οπότε, σας παρακαλώ .μην απαιτείτε και πάρα πολλά, τη στιγμή που διακυβεύονται τα πάντα σε τόσο έκρυθμο βαθμό, τόσο απρόβλεπτα, τόσο ανεξέλεγκτα , μέσα στο θαυμαστά δειλό μας κόσμο, με μια ελίτ που ήδη παίρνει τη σκυτάλη από τα γεννοφάσκια σας και από τους γονιούς των γονιών μας, χωρίς καμία-σχεδόν- αμφισβήτηση από τους τότε νέους, για να φτάσουμε στο σήμερα, να αμφισβητήσουμε τον κάθε Κούλη και τον κάθε Trump που γίνονται meme στο δευτερόλεπτο με την ατάκα-μαργαριτάρι που θα ξεστομίσουν σε κάθε τους εμφάνιση.

Αφήστε τους νέους να καούν, να ξεχαστούν, να έχουν το δικαίωμα -πέρα από το φόβο- και για το θάνατο.

Εφόσον όλο το θέμα είναι παράλογο, γιατί λοιπόν να μην έχουν το δικαίωμα απλά να πεθάνουν;

Ίσως αυτός ο υπέρμετρος φόβος για κάποιους να είναι και το γρήγορο εξιτήριο από αυτό το μεσαιωνικό ψυχόδραμα που καταφέραμε να στήσουμε μετά από τόση “πρόοδο”.

Γιατί να αφαιρεθεί αυτό το δικαίωμα;

Ή μήπως τελικά είναι το μόνο πραγματικό δικαίωμα που έχουμε τελικά σαν άνθρωποι;

Το να επιλέξουμε το πώς θα πεθάνουμε.

Όσο στενό και αν είναι το περιθώριο, κάποιοι θα βρίσκουν τον τρόπο να συνεχίζουν να ζουν.

Όχι επειδή είναι γαμάτοι, τεκνά, καβατζωμένοι, ματσωμένοι τακτοποιημένοι κ.ο.κ.,
αλλά επειδή, αν είναι να πάρουμε στα σοβαρά όλο αυτόν τον πολιτισμό που στήθηκε και πλέον φτάνει στη δύση του, θα έπρεπέ εμάς τους νέους – και ειδικά τους Έλληνες- να μας αφήνουν να ψοφάμε στις σπηλιές της Αρκαδίας, σαν τον Λιαντίνη, ή να αυτοκτονούμε από τις ταράτσες των όμορφων πολυκατοικιών της Αθήνας, σαν τον Γιώργο τον Μακρή.

Από την άλλη, όσοι θέλουν να πάρουν στα σοβαρά όλο αυτό και να δουν την μεγαλοφυΐα του Κακού κατάματα, καλό θα ήταν τότε να αφήσουν τα πληκτρολόγια και να πάρουν τα όπλα -τουφέκια, τσαπιά, όργανα, μνήμη κ.ο.κ- γιατί το Κακό μόνο με το Χειρότερο καταπολεμείται.

Διαλέξτε, ησυχία ή ελευθερία.

Πολλοί από εμάς δεν έχουμε φτάσει καν τα 30 και ήδη έχουμε δει αρκετά.

Ίσως απλά μας δόθηκαν όλα στο χέρι και το στόμα, εξού πλέον και αυτή η αδιαφορία και η αναλγησία που φαίνεται να σκιάζει τα πάντα.

Ίσως απλά έχουμε να ασχοληθούμε με πιο σοβαρά πράγματα από το αν η δεύτερη ψάλτης του πρωθυπουργού -ένας είναι ο πρώτος ψάλτρια της καρδιάς μας πλέον- ανέβηκε σε νταλίκα να πει τα κάλαντα στο μητσοτακέικο .

Ρε δε πάνε να βάλουνε και το Δάντη σε Φαγάνα να γκρεμίζει την Μητρόπολη και να αναρωτιέται αν υπάρχει Θεός – γεια σου Χρηστάρα!

Το θέμα είναι να το παλεύεις, τον φόβο και το τέρας μέσα σου, με όποιες συνέπειες.

Να σφίγγεις τα δόντια, και να προχωράς.

Όποιο και αν είναι το κόστος.

Μια ένδειξη της πάλης αυτής νομίζω -όχι της έκβασής της – είναι να νιώθεις κάτι, οτιδήποτε, είτε μέσα σε μια μουσική, είτε σε ένα κήπο.

Και να μην βαριέσαι όταν είσαι μόνος.

Γιατί μπορεί να επιζητούμε διακαώς το δικαίωμα στη τεμπελιά και την ανεμελιά αλλά συγγνώμη, το δικαίωμα (προνόμιο) στη βαρεμάρα, εμένα μου κάνει για βαριά άρρωστο υποκείμενο και οι αθωότητες, ακόμη και για τους πολύ νεότερους, έχουν δυστυχώς τελειώσει.

Αυτά τα μπερδεμένα, ασαφώς ευνοούμενα για ξεμπέρδεμα .

Με εκτίμηση

Μ.

(Αγαπητέ φίλε, σκέφτομαι που σε συνάντησα στον δρόμο τις πρώτες μέρες της καραντίνας και χαιρετηθήκαμε με τα …πόδια. Καταλαβαίνω από το κείμενο πως επηρεάστηκες πολύ στη συνέχεια. Λογικό είναι. Εγώ αυτό που έχω να σου πω είναι πως το μόνο που μετράει είναι να πάμε στα νησιά, να αράξουμε κάτω από τα αρμυρίκια, να διαβάσουμε τα βιβλία μας και να κάνουμε μπάνια. Αυτός ήταν ο δικός μου στόχος πριν την “πανδημία”, αυτός είναι και τώρα. Το θέμα στη ζωή είναι να είσαι στοχοπροσηλωμένος, να μη χάνεις τον στόχο σου. Όσο για την κοινωνία και την ανθρωπότητα και το πού πάνε, θα έλεγα κάτι τώρα αλλά δεν κάνει. Να είσαι καλά. Καλά μπάνια. Την αγάπη μου.)

Το pitsirikos.net χρειάζεται τη βοήθειά σου

Στήριξε οικονομικά το pitsirikos.net, αν θεωρείς πως καλό είναι να υπάρχουν στην Ελλάδα και κάποιες φωνές που δεν δουλεύουν για τον Μαρινάκη, τον Αλαφούζο, τον Σαββίδη και τα άλλα παιδιά, οπότε μπορεί να διαβάσεις ή να ακούσεις κάτι διαφορετικό από αυτό που συμφέρει τους ολιγάρχες. Οι τρόποι στήριξης εδώ.

H αναδημοσίευση των κειμένων του pitsirikos.net επιτρέπεται μόνο κατόπιν άδειας. Επικοινωνήστε στο pitsiriko@gmail.com.